Ἑσπερινή Ὁμιλία.
Πολλές φορές, ἀγαπητοί μου, στά κηρύγματα ἤ στίς συζητήσεις μας ἀναφερόμαστε στό πρόσωπο τοῦ πολύπαθου καί πολύαθλου Ἰώβ. Τονίζουμε κυρίως τήν ὑπομονή του. Μέ αὐτήν ἔμεινε στήν ἱστορία. Ἔτσι μᾶς εἶναι γνωστός. Μάλιστα, ὅποιος κάνει στή ζωή του μεγάλη ὑπομονή, λέμε ὅτι ἔχει ἰώβεια ὑπομονή. Ὅμως δέν εἶναι ἡ μοναδική ἀρετή πού εἶχε. Ποιές εἶναι αὐτές, θά τίς δοῦμε στή συνέχεια.
Γιά τόν ἄνθρωπο αὐτό μαθαίνουμε ἀπό ἕνα βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού φέρει τό ὄνομά του, ΙΩΒ. Τό βιβλίο αὐτό ἀνήκει στά λεγόμενα ποιητικά βιβλία. Εἶναι ὀκτώ τά βιβλία αὐτά: Ἰώβ, Ψαλμοί, Παροιμίαι, Ἐκκλησιαστής, Ἄσμα Ἀσμάτων, Σοφία Σολομῶντος, Σοφία Σειράχ καί θρῆνοι Ἱερεμίου. Ἀκόμη τά βιβλία αὐτά λέγονται διδακτικά, σοφιολογικά καί ἠθικά.
Ποιητικά, διότι ἐκφέρονται μέ ποητική μορφή. Βέβαια ποιητικά κομμάτια συνανατοῦμε καί σ᾿ ἄλλα βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, στά ἱστορικά καί προφητικά. Ἐδῶ ὅμως εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου ποιητικά.
Λέγονται διδακτικά, γιατί ἔχουν σκοπό πρακτικό καί διδακτικό. Ὀνομάζονται ἀκόμη σοφιολογικά, διότι ὁμιλοῦν περί σοφίας μέ ἠθική καί θρησκευτική ἔννοια.
Ἐμεῖς σήμερα δέν θά ἀναφερθοῦμε σέ ὅλη τήν ἱστορία τοῦ Ἰώβ, οὔτε στά πολλά καί φοβερά παθήματά του, ἀλλά θά περιορισθοῦμε μόνο στίς ἀρετές του, ὅπως ἤδη εἴπαμε, πού φαίνονται ξεκάθαρα μέσα στό βιβλίο. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἦταν ἐσωτερικά γεμᾶτος ἀπό εὐτυχία, λόγῳ τῶν πολλῶν ἀρετῶν του καί ἐξωτερικά γεμᾶτος ἀπό πολλά ἀγαθά, λόγῳ τῆς ἐνάρετης ζωῆς του.
Ποιές ἦταν οἱ ἀρετές του, μᾶς τίς λέει κατά πρῶτον ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Τίς παρουσιάζει μάλιστα στόν διάβολο. Μᾶς τίς ἀναφέρει καί ὁ Ἰώβ στό 29ο κεφάλαιο τοῦ βιβλίου. Ἐμεῖς σήμερα θά προσπαθήσουμε νά παρουσιάσουμε καί νά ἐξηγήσουμε τήν πρώτη περίπτωση, τί λέει ὁ Θεός γιά τόν Ἰώβ. Μέ τήν δεύτερη περίπτωση, ἄν θέλει ὁ Θεός, θά ἀσχοληθοῦμε σέ κάποια ἄλλη εὐκαιρία.
Τό ἱερό κείμενο μᾶς ἀποκαλύπτει μία σκηνή, πού λαμβάνει χώρα στόν οὐρανό. Ὁ Θεός κάνει συμβούλιο μέ τούς ἀγγέλους, ὅπως ὁ βασιλιάς μέ τούς ὑπουργούς του. Οἱ ἄγγελοι παρουσιάσθηκαν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, γιά νά δώσουν ἀναφορά καί νά λάβουν διαταγές καί ὁδηγίες.
Ὅ,τι γίνεται κάτω στή γῆ, ὅλα ὅσα κάνουμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, οἱ ἄγγελοι τά ἀναφέρουν λεπτομερῶς στόν Θεό. Ὁ Θεός τά γνωρίζει ὅλα, δέν τοῦ ξεφεύγει τίποτε. Πῶς τό λέμε καί διαφορετικά; Ὑπάρχει ἕνα μάτι πού τά βλέπει ὅλα. Ἕνα αὐτί πού τά ἀκούει ὅλα καί ἕνα χέρι πού τά γράφει ὅλα.
Κάτι ἀνάλογο λέει ὁ Μέγας Βασίλειος: Στήν εἴσοδο τοῦ Ναοῦ στέκεται ἄγγελος Κυρίου, πού καταγράφει ὅσους ἐκκλησιάζονται, ὅσους τήν Κυριακή πηγαίνουν στή Θεία Λειτουργία. Αὐτόν τόν κατάλογο ὁ ἄγγελος τόν παρουσιάζει, τόν δείχνει στό Θεό. Στούς ἐγγεγραμμένους σ᾿ αὐτόν τόν κατάλογο, ὁ Θεός δίνει χάρη πολλή. Τούς λούζει μέ τίς εὐλογίες του. Τούς γεμίζει μέ οὐράνια καί ἐπίγεια ἀγαθά.
Πῶς λέμε στήν ὀπισθάμβωνο εὐχή; Τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας σου φύλαξον. Ποιοί ἀποτελοῦν τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας; Αὐτοί πού γεμίζουν τούς Ναούς, αὐτοί πού ἐκκλησιάζονται τακτικά. Γι᾿ αὐτούς θερμά προσεύχεται ἡ Ἐκκλησία. Γι᾿ αὐτούς δέονται οἱ Ἱερεῖς καί οἱ Διάκονοι. Ὑπέρ τῶν εἰσιόντων εἰς τόν ἅγιον οἶκον τοῦτον μετά πίστεως, εὐλαβείας καί φόβου Θεοῦ. Σ᾿ αὐτούς ἐπιβλέπει ὁ Θεός. Αὐτοί δέχονται τήν εὐλογία τῆς εἰρήνης καί τά ἐλέη τοῦ μεγάλου Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτούς γράφει ὁ Θεός στό βιβλίο τοῦ οὐρανοῦ. Οἱ ἄλλοι πού συστηματικά ἀπουσιάζουν, δυστυχῶς μόνοι τους διαγράφονται ἀπό τό βιβλίο τοῦ Θεοῦ καί στεροῦν ἀπό τούς ἑαυτούς των τίς θεῖες εὐλογίες καί δωρεές. Εἶναι τά κλήματα, πού κόπτονται ἀπό τήν ἄμπελο καί, ἀφοῦ δέν καρποφοροῦν κόππτονται καί εἰς πῦρ βάλλονται.
Ἐπανερχόμαστε στό συμβούλιο τοῦ οὐρανοῦ. Ὅταν ἦρθαν οἱ ἄγγελοι, γιά νά λάβουν διαταγές, τότε παρουσιάσθηκε καί ὁ διάβολος, γιά νά ζητήσει τήν ἄδεια νά πειράξει τόν Ἰώβ, γιατί χωρίς αὐτήν τήν ἄδεια δέν μποροῦσε νά κάνει τίποτε.
Σέ ἄλλη περίπτωση τοῦ Εὐαγγελίου εἶπε ὁ Κύριος στόν Πέτρο. Σίμων, Σίμων, ὁ σατανᾶς ἐξητήσατο τοῦ σινιάσαι ὑμᾶς ὡς τόν σίτον. Ζήτησε ὁ διάβολος τήν ἄδεια ἀπό τόν Θεό νά σᾶς πειράξει, νά σᾶς κοσκινίσει. Δίχως τήν ἄδεια τοῦ Θεοῦ δέν μποροῦσε νά τό κάνει. Ἐπειδή λοιπόν ὁ διάβολος μᾶς παρακολουθεῖ, γίνεται σκιά μας καί ζητεῖ νά μᾶς πειράξει, νά μᾶς κάνει κακό, νά μᾶς καταπιεῖ ὁλόκληρους, ζητοῦμε στή θεία Λειτουργία ἄγγελον εἰρήνης, φύλακα τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν. Στήν δέ τελευταία εὐχή τοῦ Μικροῦ Ἀποδείπνου, πού ἀπευθύνεται στόν φύλακα ἄγγελό μας, ζητοῦμε νά μή μᾶς ἐγκαταλείψει, νά μή φύγει ἀπό κοντά μας, νά μή ἐπιτρέψει στόν διάβολο νά μᾶς κάνει κακό, ἀλλά νά μᾶς κρατάει ἀπό τό χέρι καί νά μᾶς ὁδηγεῖ εἰς ὁδόν σωτηρίας.
Στή συνομιλία πού εἶχε ὁ Θεός μέ τόν διάβολο, ἐπαινεῖ τόν Ἰώβ. Προσέσχες τῇ διανοίᾳ σου κατά τοῦ παιδός μου Ἰώβ, ὅτι οὐκ ἔστι κατ᾿ αὐτόν ἐπί τῆς γῆς ἄνθρωπος ἄμεμπτος, ἀληθινός, θεοσεβής, ἀπεχόμενος ἀπό παντός πονηροῦ πράγματος; Πρόσεξες τόν δοῦλον μου Ἰώβ, ὥστε νά δεῖς καί νά πεισθεῖς, ὅτι δέν ὑπάρχει κανείς σάν αὐτόν πάνω στή γῆ ἄνθρωπος ἀρετῆς, ἄμεμπτος, ἀκέραιος, εὐσεβής, ξένος καί μακρυά ἀπό κάθε ἁμαρτωλό καί πονηρό ἔργο;
Ὁ Ἰώβ εἶναι ἕνας ἐκλεκτός, πολύ ξεχωριστός ἄνθρωπος, ἀφωσιωμένος ἐξ ὁλοκλήρου στό Θεό, στολισμένος μέ πολλές ἀρετές, βαθύτατη εὐσέβεια, τήν ὁποία ἐπιδοκιμάζει πλήρως ὁ Θεός. Μάλιστα τόν ἐπαινεῖ ὡς τόν καλύτερο ἄνθρωπο, τόν πιό ἐκλεκτό τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.
Κατ᾿ ἀρχήν ὁ Θεός χρησιμοποιεῖ δύο λέξεις, πού ἀποτελοῦν τίτλο τιμῆς γιά κάθε ἄνθρωπο. Οἱ λέξεις αὐτές εἶναι παῖς καί θεράπων. Μαρτυροῦν ἰδιαίτερη οἰκειότητα καί ἀγαπητική σχέση τοῦ Θεοῦ μέ τόν Ἰώβ. Ὁ Ἰώβ εἶναι δοῦλος τοῦ Θεοῦ. Οἱ δύο αὐτές λέξεις κρύβουν μεγαλεῖο.
Γιά νά δοῦμε τί σημαίνει νά εἶναι κάποιος δοῦλος τοῦ Θεοῦ; Σημαίνει ὅτι ἐκτελεῖ πιστά καί ἀπαρέκλιτα τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Πόσοι μποροῦν νά τό ἰσχυρισθοῦν αὐτό γιά τόν ἑαυτό τους; Ὁ Ἰώβ εἶχε ἕναν Κύριο. Ἦταν δοῦλος ἑνός μόνο Κυρίου, τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς δυστυχῶς δουλεύουμε σέ δύο κυρίους. Μέ πιό σύγχρονη ἔκφραση θά λέγαμε, παίζουμε σέ δύο ταμπλώ, στοῦ Θεοῦ καί στοῦ μαμωνᾶ.
Ἔλεγε ὁ μακαριστός π. Παΐσιος, ὅτι ἐμεῖς θά παιδέψουμε πολύ τόν Θεό. Οὔτε ὁ Θεός θά ξέρει ποῦ νά μᾶς κατατάξει, γιατί τελικά οὔτε πιστοί εἴμαστε, οὔτε ἄπιστοι. Ἔχουμε διπλασιάσει τίς καρδιές μας, λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Δογκώθηκε ἐπικίνδυνα ἡ καρδιά μας καί μέσα στόν ἴδιο χῶρο της, κατά ἕνα πολύ παράδοξο τρόπο, συνυπάρχουν Θεός καί διάβολος. Αὐτή εἶναι ἡ ἀρρώστια τῆς ἐποχῆς μας. Λογικά, ὅταν ὑπάρχει ὁ ἕνας, δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει καί ὁ ἄλλος. Σέ μᾶς ὅμως κατά ἕνα παράδοξο, ἐπαναλαμβάνω, τρόπο συνυπάρχουν καί οἱ δύο. Αὐτό εἶναι μία ἀνώμαλη κατάσταση, ἀσφαλῶς ὄχι φυσιολογική.
Κάποιοι ἀκούοντας τήν λέξη δοῦλος σοκάρονται, ἀκόμη καί θυμώνουν. Σ᾿ ἕνα γάμο, ὅταν στεφάνωνε ὁ Ἱερεύς καί ἔλεγε, στέφεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ... τήν δούλη τοῦ Θεοῦ ... ὁ γαμπρός παρεξηγήθηκε. Δοῦλος εἶμαι, πάτερ, σκλάβος εἶμαι, δέν τό δέχομαι αὐτό. Ἡ γυναίκα πού παίρνω σκλάβα εἶναι; Δέν κατάλαβε ὁ καημένος.
Ἡ φράση δοῦλος Θεοῦ εἶναι τίτλος τιμῆς. Δοῦλος Θεοῦ σημαίνει παιδί τοῦ Θεοῦ ἀγαπητό. Σημαίνει συμπολίτης τῶν ἁγίων καί οἰκεῖος τοῦ Θεοῦ. Σημαίνει κληρονόμος μέν Θεοῦ, συγκληρονόμος δέ Χριστοῦ. Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ πραγματικά ἐλεύθερος. Ἄν δέν εἴμαστε δοῦλοι τοῦ Θεοῦ, θά γίνουμε ὁπωσδήποτε δοῦλοι τοῦ διαβόλου, δοῦλοι τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας. Σίγουρα κάποιο ἀφεντικό θά ἔχουμε πάνω στό κεφάλι μας. Ἀδέσποτοι δέν μποροῦμε νά εἴμαστε, δέν γίνεται. Μύριες φορές νά εἴμαστε δοῦλοι Χριστοῦ, ἑνός Θεοῦ φιλανθρώπου, ἑνός πολυεύσπλαχνου Πατέρα καί ἀγαθότατου Ἀδελφοῦ, παρά δοῦλοι τοῦ παγκάκιστου καί ἀνθρωποκτόνου διαβόλου, πού δέν ἔχει ἴχνος καλωσύνης ἐπάνω του, πού θέλει μόνο νά κάνει κακό καί νά βασανίζει τόν ἄνθρωπο, πού θεωρεῖ δικό του βάσανο τό νά μή μπορεῖ νά βασανίζει τόν ἄνθρωπο, ὅπως λέει ὁ Μέγας Βασίλειος.
Δοῦλος Θεοῦ δέν σημαίνει ρομπότ. Ὁ Θεός δέν χρειάζεται κανένα δοῦλο νά τόν ἐξυπηρετεῖ. Ὅταν ἐμεῖς κάνουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ αὐτοβούλως καί ἐντελῶς ἐλεύθερα, μέ κάθε συνέπεια, δηλαδή σύμφωνα μέ τόν τρόπο πού θέλει ὁ Θεός, εἶναι μόνο γιά τό δικό μας καλό καί πρέπει νά τό θεωροῦμε μεγάλη τιμή, πού εἴμαστε δοῦλοι Θεοῦ. Ἡ πλήρης ἐφαρμογή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ σημαίνει τήν ἐπίτευξη τοῦ ἁγιασμοῦ μας καί τήν ἐπιτυχία τοῦ καθ᾿ ὁμοίωσιν μέ τόν Θεό. Αὐτό πάει νά πεῖ, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἐμπλουτίσθηκε μέ ὅλα ἐκεῖνα τά θεῖα χαρίσματα καί ἰδιώματα, πού τόν καθιστοῦν τέλειον καί ὁλόκληρον ἐν μηδενί λειπόμενον, ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος στήν καθολική του ἐπιστολή. Αὐτή ἡ κατάσταση κάνει τόν ἄνθρωπο μικρόθεο, τόν κάνει θεοειδῆ, στολισμένο δηλαδή μέ θεῖα καί πνευματικά χαρίσματα.
Δοῦλος Θεοῦ μέ κανένα τρόπο δέν σημαίνει τόν δουλοπρεπῆ, ἄνθρωπο χωρίς προσωπικότητα. Ἀντίθετα ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ εἶναι πράγματι ἄνθρωπος, εἶναι ὑψηλή προσωπικότης. Ἐργάζεται γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί αὐτή ἡ δόξα ἀντανακλᾶται στόν ἴδιο. Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ ἀγαπάει προσωπικά τόν Θεό καί αὐτό πού κάνει, τό κάνει ὄχι σάν ἀγγαρία ἤ ἀπό φόβο ἤ ἰδιοτέλεια, ἀλλά μόνο ἀπό ἀγάπη, ἀγαπητικῶς καί υἱϊκῶς. Αὐτό θά διακηρύξει ἀργότερα ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός: Ὁ ἔχων τάς ἐντολάς μου καί τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνος ἐστίν ὁ ἀγαπῶν με.
Θεράπων μέ δυό λόγια σημαίνει πάλι δοῦλος, ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ἡ λέξη αὐτή ἔχει μιά ἰδιαίτερη ἀπόχρωση σάν τίτλος. Θεράπων εἶναι ὁ λάτρις τοῦ Θεοῦ. Ἔχει μέ ἄλλα λόγια λειτουργική καί λατρευτική σημασία.
Ἄς προχωρήσουμε τώρα στίς ἄλλες ἀρετές. Αὐτές πού ἀναφέρονται στήν ἀρχή τοῦ βιβλίου, τίς ἴδιες ἐπαναλαμβάνει καί ἐπικυρώνει ὁ Θεός.
Ὁ Ἰώβ εἶναι ἀληθινός. Τί θά πεῖ ἀληθινός; Μᾶς τό ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.
Ἀληθινός εἶναι ἐκεῖνος, πού δέν εἶναι θεατρῖνος καί ὑποκριτής. Αὐτός πού δέν παρουσιάζει πλασματική, προσποιητή εὐσέβεια. Αὐτός πού δέν εἶναι φαρισαῖος. Ἀσκεῖ πραγματικά καί ἀπό βαθιά πεποίθηση τήν ἀρετή. Ἐξωτερικά, μέ τήν συμπεριφορά του ἐκφράζει ἐκεῖνο τό καλό, πού ἔχει μέσα του.
Μέ ἄλλα λόγια ὁ ἀληθινός Ἰώβ εἶναι εἰλικρινής, ὄχι κρυψίνους ἤ δόλιος. Ἀντίθετα εἶναι ἁπλός, γνήσιος καί εὐθύς. Τόν Ἰώβ κοσμοῦσε ἡ παιδική ἁπλότητα, αὐτήν πού ἀργότερα θά ἐπαινέσει ὁ Κύριος. Ἐάν μή στραφῆτε καί γένησθε ὡς τά παιδία, οὐ μή εἰσέλθητε εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Ἀκόμη εἶχε ὡριμότητα, σύνεση, δυναμική ἁπλότητα σέ ὡραῖο καί εὐλογημένο συνδιασμό, σέ ἁρμονικό σύνολο. Ὁ Ἰώβ μιλάει ὅπως σκέπτεται καί σκέπτεται ὅπως μιλάει. Ποτέ δέν ἔμαθε τήν τέχνη τῆς ἀπάτης, τοῦ ψεύδους καί τῆς δολιότητος.
Αὐτό τό χάρισμα τοῦ ἀληθινοῦ εἶχε καί ὁ Ναθαναήλ, πού ἐπήνεσε ὁ Κύριος: Ἴδε ἀληθῶς ἰσραηλίτης, ἐν ὧ δόλος οὐκ ἔστι. Καί αὐτό εἶναι ἐξαίρετο ὑπόδειγμα γιά μᾶς. Πόσο θά ἔπρεπε νά μᾶς ἀπασχολεῖ σοβαρά ἡ ἀπόκτηση μιᾶς τέτοιας ἀρετῆς!
Ἄνθρωπος σάν κι᾿ ἐμᾶς ἦταν ὁ Ἰώβ. Ζοῦσε σ᾿ ἕνα περιβάλλον διαφθορᾶς καί καταπτώσεως. Καί ὅμως τά κατάφερε περίφημα νά μή παρεκλίνει, ἀλλά νά παραμένει ἀληθινός. Πάντα ἀληθινός καί τίμιος καί μάλιστα πρῶτα μέ τόν ἑαυτό του. Δέν ἀνεχόταν νά εἶναι διπλοπρόσωπος, ἄλλα νά πιστεύει καί ἄλλα νά δείχνει στήν πράξη. Ἦταν ἀλύγιστος στήν εἰλικρίνια καί τιμιότητα, ὅσο καί ἄν τοῦ κόστιζε αὐτό. Φῶς μέσα, φῶς καί ἔξω. Κι᾿ ἐμᾶς ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς συμβουλεύει νά ζοῦμε ὡς τέκνα φωτός.
Τί ἄλλο ἦταν ὁ Ἰώβ;
Ἄμεμπτος, δηλαδή ἄψογος, χωρίς κανένα ψεγάδι στή ζωή του. Δέν θά μπορούσαμε νά βροῦμε κάτι κακό νά τόν μεμφθοῦμε, νά τόν κατηγορήσουμε, νά τοῦ κάνουμε κάποιο ἔλεγχο ἤ ἔστω κάποια ἁπλῆ παρατήρηση.
Ὑπάρχει μία συνώνυμη λέξη ἀνέγκλητος. Ὁ χαρακτηρισμός αὐτός ἀναφέρεται σέ ἄνθρωπο, πού δέν πέφτει σέ βαριά παραπτώματα, σέ σοβαρές ἁμαρτίες. Γιατί ἐδῶ χρησιμοποιεῖται ἡ λέξη ἄμεμπτος καί ὄχι ἀνέγκλητος; Τό ἄμεμπτος ἀναφέρεται σέ ἄνθρωπο πού δέν βρίσκεις ἀκόμη οὔτε τά μικρά καί ἀσήμαντα λάθη ἤ ἐλλείψεις. Οὔτε τέτοια δέν μποροῦσε κανένας νά βρεῖ στόν Ἰώβ. Δέν τοῦ εὕρισκες κανένα στίγμα, κανένα κουσούρι (νά τό ποῦμε πιό ἁπλᾶ), γι᾿ αὐτό καί χαρακτηρίζεται ἄμεμπτος.
Ἄν παρατηρήσουμε τούς ἄλλους ἀνθρώπους, ἀκόμη καί τούς ἑαυτούς μας, θά διαπιστώσουμε, ὅτι μπορεῖ νά μή βαρύνωνται γιά ἐγκλήματα, δηλαδή γιά πράξεις πού ἐπιδέχονται βαριές κατηγορίες. Ὅμως οἱ πιό πολλοί ἔχουμε πολλά στραβά στίς ἐκδηλώσεις τῆς ζωῆς μας, εἴτε μέσα στήν οἰκογένειά μας, εἴτε στόν ἐπαγγελματικό μας χῶρο, στίς ἰδιωτικές ἤ δημόσιες σχέσεις μας. Ἔχουμε κάποια ἐλαττώματα, πού ἐπιμελῶς προσπαθοῦμε νά κρύψουμε, καί τά ὁποῖα μᾶς καθιστοῦν ἀνυπόφορους στούς γύρω μας. Πολλοί συνάνθρωποί μας μᾶς ἀποφεύγουν, ἔστω καί ἄν προσωπικά δέν τούς κάναμε κανένα κακό.
Πολλές φορές ἔρχονται οἱ χριστιανοί μας νά ἐξομολογηθοῦν καί μᾶς λένε, πάτερ, δέν ἔχω κάτι νά μέ βαρύνει, ἔ, τά καθημερινά, τά συνηθισμένα. Αὐτό εἶναι τό κακό, ὅτι οἱ ἁμαρτίες, ἔστω καί ἄν ὑποτίθεται ὅτι εἶναι μικρές, εἶναι ὅμως πολλές, μᾶς ἔγιναν συνήθεια καί δυστυχῶς τίς κάνουμε καθημερηνά, κάτι πού εἶναι πολύ κακό.
Λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ ἁγιορείτης, μιά βάρκα βουλιάζει, ἄν τήν γεμίσουμε μέχρι ἐπάνω μέ κοτρῶνες, μέ μεγάλες πέτρες. Μά καί μέ ψιλή ἄμμο νά τήν γεμίσουμε, πάλι θά βουλιάξει. Ὅπως τό ἴδιο δεμένοι εἴμαστε, εἴτε μᾶς δέσουν μέ χοντρό σχοινί εἴτε μέ λεπτό. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι τό ἴδιο. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοῦ τοῦ εἴδους δέν εἶναι ἄμεμπτοι, ἀλλά ἐπίμεμπτοι, ψεκτοί, ἀξιοκατηγόρητοι. Ἑπομένως κάθε ἄλλο παρά ἀγαπητοί.
Ἄλλη ἀρετή, ἄλλο προσόν, ὁ Ἰώβ ἦταν Δίκαιος.
Μέ ποιά σημασία; Ὅταν λέμε ὅτι κάποιος εἶναι δίκαιος, ἐννοοῦμε ὅτι ἐνεργεῖ σύμφωνα μέ τόν νόμο. Ἀκόμη ἐννοοῦμε αὐτόν πού δέν ἀδικεῖ, δέν κάνει ἀδικίες, εἶναι ἀντικειμενικός. Ἀποφαίνεται μέ σωστή ψῆφο σέ περίπτωση κρίσεως ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους. Μέ αὐτήν τήν στενή ἔννοια ὁ Ἰώβ ἦταν ἀσφαλῶς δίκαιος ἄνθρωπος.
Ὑπάρχει ὅμως καί μιά εὐρύτερη ἔννοια στή λέξη δίκαιος καί δικαιοσύνη, πού τήν συναντοῦμε στήν Ἁγία Γραφή. Σύμφωνα μέ αὐτήν δίκαιος σημαίνει καί ἐνάρετος. Μέ αὐτήν τήν σημασία τήν συναντοῦμε πολύ συχνά, τόσο στήν Παλαιά ὅσο καί στήν Καινή Διαθήκη. Ἡ Ἁγία Γραφή, ὅταν ἀναφέρεται σέ ἁγίους ἀνθρώπους, τούς ὀνομάζει δικαίους.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἐξηγεῖ: Συναγωγή καί ἕνωσις πάντων τῶν καλῶν καί ἀγαθῶν ἐστίν ἡ δικαιοσύνη. Δικαιοσύνη εἶναι ἡ ἄθροισις καί ἕνωσις , τό μάζεμα ὅλων τῶν καλῶν καί ἀγαθῶν.
Δίκαιος ἦν, οὐ μέρος ἀρετῆς ἐν αὐτῷ ἔχων, ἀλλά πᾶσαν ἀρετήν ἀνθρωπίνην ὁλόκληρον καί καθολικήν, οὐκ ἀπό τούτου μέν ἀπεχόμενος τοῦ πονηροῦ, ἑτέρου δέ ἀντεχόμενος. Πιό ἁπλᾶ: Δίκαιος εἶναι αὐτός πού ἔχει ὅλες τίς ἀνθρώπινες ἀρετές σέ τέλειο βαθμό καί ὄχι μόνο ἕνα μέρος τῆς ἀρετῆς. Δέν ἀποφεύγει ἕνα κακό, κάνει ὅμως κάποιο ἄλλο.
Μέ αὐτό τό νόημα τοῦ δικαίου ἀναφέρεται τό ἱερό Εὐαγγέλιο στόν Ἰωσήφ, τόν μνήστορα τῆς Παναγίας. Ἰωσήφ δέ ὁ ἀνήρ αὐτῆς δίκαιον ὤν.... Ἐπίσης γιά τούς γονεῖς τοῦ Τιμίου Προδρόμου, Ζαχαρία καί Ἐλισάβετ γράφει: Ἦσαν δέ ἀμφότεροι δίκαιοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Αὐτός ὁ πλοῦτος τῶν ἀρετῶν ἔκανε τόν Ἰώβ ἀξιοσέβαστο καί ἀγαπητό καί τόν ἀνεδείκνυε φωτεινή προσωπικότητα καί ἄξιον θαυμασμοῦ.
Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικό, πού προστίθεται ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό εἶναι, ὅτι ὁ Ἰώβ ἦταν Ἄκακος.
Ἀπεῖχε ἀπό κάθε κακία γενικά στή ζωή του, πρό πάντων δέ ἀπό τήν ἐκδικητικότητα, τό μῖσος καί τήν μνησικακία. Δέν κρατοῦσε κακία μέσα του, οὔτε ἐνεργοῦσε μέ σκληρότητα. Τήν ἀκακία του τήν ἔδειξε τότε πού τά πράγματα πῆγαν γι᾿ αὐτόν ἀνάποδα καί κυρίως μέ τήν ἁρπαγή τῆς περιουσίας του ἀπό τούς ληστές καί τήν σφαγή τῶν ἀνθρώπων του. Δέν καταράσθηκε τούς ληστές, δέν τούς ἐξύβρισε, δέν μίλησε εἰς βάρος τους, δέν ἀσχολήθηκε κἄν μέ τήν ἐγκληματική τους ἐνέργεια. Οἱ καταστάσεις τόν ἔσπρωχναν νά ἀντιδράσει ἔτσι, ὁ ἴδιος ὅμως ποτέ δέν ὑποχώρησε.
Ἐπί πλέον ὁ Ἰώβ ἦταν Θεοσεβής, ἀπεχόμενος ἀπό παντός πονηροῦ πράγματος.
Ἡ ἀρετή αὐτή τῆς θεοσέβειας ἀποτελοῦσε τήν ἁγία καί γόνιμη γῆ, στήν ὁποία μποροῦσαν νά καλλιεργηθοῦν ὅλες οἱ προηγούμενες ἀρετές, πού προαναφέραμε, ἀλλά καί ἐκεῖνες, πού θά ἀναφερθοῦν στή συνέχεια. Αὐτές μαρτυροῦν τήν ἀληθινή καί πραγματική, τήν εἰλικρινῆ σχέση πού εἶχε μέ τόν Θεό.
Τί σημαίνει ὁ ὅρος θεοσεβής καί θεοσέβεια; Σημαίνει ὅτι ὁ Ἰώβ εἶχε μέσα του βαθιά ριζωμένο τόν σεβασμό καί τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, πού κατεύθυνε καί καθώριζε ὅλη του τήν ζωή.
Θά μᾶς πεῖ πάλι ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: Ὁ Ἰώβ ἦταν ἄνθρωπος πού σεβόταν τόν Θεό καί ἦταν τέλειος ἔναντι τῶν ἀνθρώπων καί ἔναντι τοῦ Θεοῦ. Ἡ δικαιοσύνη ἀναφερόταν στή σχέση του μέ τούς ἀνθρώπους καί ἡ θεοσέβεια στή σχέση του μέ τόν Θεό. Συνέπεια αὐτῆς τῆς θεοσέβειας ἦταν ἡ ἀποφυγή κάθε κακοῦ. Οἱ δύο αὐτές ἀρετές συμπληρώνουν ἡ μία τήν ἄλλη.
Δέν μποροῦμε νά ποῦμε, πώς ὁ Ἰώβ ἦταν ἀναμάρτητος, ἀφοῦ κανένας ἄνθρωπος δέν εἶναι χωρίς ἁμαρτίες, ἀκόμη καί ἄν μία μονάχα μέρα ζήσει στή γῆ. Ἀναμάρτητος δέν ἦταν, ἀπέφευγε ὅμως μέ κάθε τρόπο τήν ἁμαρτία. Ἀκριβῶς αὐτή ἡ ἀποφυγή τῆς ἁμαρτίας συνιστᾶ ἀρνητικά τήν γνησιότητα τῆς θεοσέβειας.
Σχετικά μέ τόν φόβο τοῦ Θεοῦ πρέπει νά κάνουμε μία διευκρίνιση. Δέν πρέπει νά νομίζουμε, ὅτι πρόκειται γιά τρόμο καί φρίκη, γιά κάποιο αἴσθημα πού προκαλοῦν π.χ. οἱ τρομακτικές ἐκδηλώσεις φυσικῶν δυνάμεων καί φαινομένων, ὅπως μιά τρομερή θύελλα, ἀστραπόβροντα, μιά φοβερή τρικυμία, καταστροφικές πλημμύρες, πού ὁμολογουμένως προκαλοῦν φόβο καί τρόμο ἤ οἱ ἀπειλές ἀπό κακούργους ἀνθρώπους ἤ ἀκόμη τρομακτικά ἀτυχήματα κ.ἄ.
Στή Σοφία Σειράχ διαβάζουμε: Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ προξενεῖ δόξα, χαρά καί μεγάλη ἀγαλλίαση. Ὁ φόβος τοῦ Κυρίου τέρπει τήν καρδιά, φέρνει εὐθυμία καί μακροζωΐα. Δίνει σοφία μέ τό παραπάνω καί χαρίζει ἱκανοποίηση μέ τούς θείους καρπούς της. Βλαστάνει εἰρήνη καί πλήρη ὑγεία. Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ σπρώχνει μακρυά τά ἁμαρτήματα καί ὅταν εἶναι μόνιμος ἀπομακρύνει τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι φοβοῦνται τόν Κύριο δέν θά εἶναι ἀπείθαρχοι στούς λόγους του καί ὅσοι τόν ἀγαποῦν, θά τηροῦν τίς ἐντολές του. Θά εἶναι παραδομένοι ὁλόψυχα στόν Κύριο καί ὄχι σέ ἀνθρώπους.
Γιά νά τό καταλάβουμε καλύτερα, θά ποῦμε ἕνα παράδειγμα. Ἕνα παιδί πού ἀγαπάει πολύ τόν πατέρα του, φοβᾶται μή τυχόν τόν στενοχωρήσει ἤ τόν πληγώσει ἤ τόν προσβάλει, μήπως γίνει ἀφορμή καί τόν μειώσει στά μάτια τῶν ἄλλων. Τέτοιος ἦταν ὁ φόβος τοῦ Ἰώβ ἔναντι τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ἰώβ λοιπόν ἦταν ἀληθινός, ἄμεμπτος, δίκαιος, ἄκακος, θεοσεβής, ἀπεχόμενος ἀπό παντός πονηροῦ, παρά τίς ἀντιξοότητες πού συνάντησε καί παρά τόν βαθύ πόνο πού δοκίμασε. Ἐξακολουθοῦσε νά παραμένει ἄκακος.
Ὅλα αὐτά τά εἴπαμε γιά κεῖνον. Τώρα ἄς ποῦμε καί κάτι γιά μᾶς.
Τά στοιχεῖα αὐτά τοῦ χαρακτήρα του, οἱ ἀρετές τοῦ Ἰώβ πρέπει νά εἶναι διαχρονικές, ὑπερχρονικές. Νά μή κοσμοῦσαν μόνο ἐκεῖνον, ἀλλά νά χαρακτηρίζουν κάθε ἄνθρωπο καί μάλιστα τόν χριστιανό. Πρέπει νά ἰσχύουν, ὄχι μόνο γιά τό παρελθόν, γιά τήν ἐποχή ἐκείνη, ἀλλά γιά κάθε στιγμή τῆς ἱστορίας. Γράφει ὁ ἀπόστολος: Ὅσα προεγράφη εἰς τήν ὑμετέραν διδασκαλίαν προεγράφη. Ὅλα γράφτηκαν, γιά διδασκαλία δική μας, γιά νά διδαχθοῦμε ἐμεῖς.
Ἄς ἐλέγξουμε ὁ καθένας τόν ἑαυτό του, αὐτά ἐπαληθεύονται σέ μᾶς; Εἴμαστε οἱ συνεχιστές τῆς περιπτώσεως τοῦ Ἰώβ; Τό θέμα δέν εἶναι τί λέει ὁ καθένας γιά τόν ἑαυτό του, οὔτε τί γνώμη ἔχουν οἱ ἄλλοι γιά μᾶς, ἀλλά πῶς μᾶς βλέπει ὁ Θεός.
Τί διαβάζουμε στήν Ἁγία Γραφή; Ἀπό τόν οὐρανό σκύβει ὁ Θεός νά δεῖ τήν κατάσταση τῶν ἀνθρώπων καί τί διαπιστώνει; Πάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν. Ξεφύγαμε πολύ ἀπό τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ καί τήν θεοσέβεια. Βλέπουμε ἕναν ὁρμητικό χείμαρρο, ἕνα θολό καί βρωμερό ποτάμι τοῦ κακοῦ νά παρασέρνει στό διάβα του ὅλα τά καλά, ὅσα ἁγνά, ἅγια, ὅσια καί ἱερά. Κάλυψε τά πάντα ὁ κατακλυσμός τῆς ἁμαρτίας.
Καί οἱ χριστιανοί; Ἐδῶ εἶναι τό μεγάλο δράμα. Σέ πάρα πολλές περιπτώσεις οἱ χριστιανοί ἔχουμε γίνει χειρότεροι ἀπό τούς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου. Γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: Ἄν καί γνωρίσαμε (ὑποτίθεται) τόν Θεό, δέν τόν δοξάζουμε μέ τίς πράξεις μας καί δέν τόν εὐχαριστοῦμε μέ τήν καρδιά μας, ἀλλά ἀκολουθοῦμε λάθος δρόμο μέ ἀνόητους, ψεύτικους καί μάταιους λογισμούς, γιατί σκοτίσθηκε ἡ ἀσύνετη καρδιά μας.
Νά σκεφθεῖ κανείς, ὅτι ὁ Ἰώβ ἔφτασε σ᾿ αὐτό τό δυσθεόρητο ὕψος τῶν ἀρετῶν ζώντας πρίν ἀπό τόν νόμο. Κι᾿ ἐμεῖς ζοῦμε, ὄχι μόνο μέ τόν νόμο, ἀλλά μέσα στή χάρη τοῦ Θεοῦ. Ζοῦμε 2.000 μέ τόν Χριστό, 2.000 χρόνια μέ τό ἅγιο Εὐαγγέλιό του.
Λέει κάπου ὁ ἱερός Χρυσόστομος: Ὁ Θεός, γιά νά μᾶς κάνει ἀνθρώπους μᾶς ἔδωσε τόν νόμο του, τήν Παλαιά Διαθήκη. Εἶδε ὅμως ὅτι αὐτό δέν ἔφτανε, δέν ἦταν ἀρκετό νά γίνουμε μόνο ἄνθρωποι. Μᾶς ἤθελε καλύτερους καί ἀνώτερους. Ἔτσι μᾶς ἔδωσε κατόπιν καί τήν Καινή Διαθήκη, γιά νά μᾶς κάνει ἀγγέλους. Τώρα ποῦ φτάσαμε μέ τόν νόμο καί τήν χάρη, καλύτερα νά μή τό ποῦμε καί ὁ Θεός νά βάλει τό χέρι του, νά μᾶς ἐλεήσει.
Εἶναι ἀνάγκη νά μετρήσουμε τούς ἑαυτούς μας, ὄχι μέ ἀνθρώπους ἄθεους καί ἄπιστους, διεφθαρμένους καί διεστραμένους, ἀλλά μέ ἁγίους καί στήν συγκεκριμένη περίπτωση μέ τόν δίκαιο Ἰώβ. Ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος: Ἄν συγκρίνω τόν ἑαυτό μου μέ ἀνθρώπους, θά νομίσω ὅτι κάποιος εἶμαι. Ἄν ὅμως τόν συγκρίνω μέ τούς ἁγίους, τότε διαπιστώνω ὅτι εἶμαι τενεκές. Μέτρο μας εἶναι ὁ Χριστός καί ἐμεῖς πρέπει νά φτάσουμε εἰς ἄνδρα τέλειον εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ.
Στήν Παλαιά Διαθήκη, πιό συγκεκριμένα στόν Προφήτη Δανιήλ διαβάζουμε τό περιστατικό ἐκεῖνο μέ τόν βασιλιά τῶν Βαβυλωνίων Βαλτάσαρ. Κάντε τόν κόπο νά τό μελετήσετε. Εἶναι πολύ ὠφέλιμο καί διδακτικό. Ἐνῷ διασκέδαζε, εἶδε στόν ἀπέναντι τοῖχο ἕνα χέρι, πού ἔγραψε τρεῖς λέξεις. Μανή, Θεκέλ, Φάρες. Τί ἐσήμααιναν αὐτές, τοῦ τό ἐξήγησε ὁ Προφήτης Δανιήλ. Βασιλιά μου, ὁ Θεός σέ μέτρησε, σέ ζύγισε καί εὑρέθης ὀλίγος. Μέτρησε τό πνευματικό σου ἀνάστημα καί σέ βρῆκε πολύ λειψόν, σκάρτον. Νά περιμένεις τήν τιμωρία του.
Διαβάζοντας τό ἅγιο Εὐαγγέλιο, βλέπουμε τόν Ἰησοῦ Χριστό ἤ τούς ἱερούς Εὐαγγελιστές νά ἐπαινοῦν κάποιους ἀνθρώπους γιά τίς ἀρετές καί τήν ἁγιότητά τους. Τά δύο παραδείγματα τά εἴπαμε πιό πάνω. Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος γράφει γιά τόν Ἰωσήφ τόν μνηστήρα τῆς Παναγίας ὅτι εἶναι δίκαιος, ἐνάρετος, ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς γράφει γιά τούς ἁγίους Ζαχαρία καί Ἐλισάβετ ὅτι ἦσαν δίκαιοι ἀμφότεροι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί ἄμεμπτοι. Ζοῦσαν βίο ἄμεμπτο σύμφωνα μέ ὅλες τίς ἐντολές καί τίς διατάξεις τοῦ Κυρίου.
Ὁ Χριστός γιά τόν ἑκατόταρχο τῆς Καπερναούμ, πού πῆγε νά παρακαλέσει γιά τήν θεραπεία τοῦ δούλου του εἶπε, ὅτι τήν πίστη πού βρῆκε σ᾿ αὐτόν τόν εἰδωλολάτρη ρωμαῖο ἀξιωματικό, δέν συνάντησε οὔτε στούς ἰσραηλίτες, πού ἀποτελοῦσαν τόν ἐκλεκτό λαό τοῦ Θεοῦ. Τόν ἴδιο ἐπαινεῖ τήν χαναναία γυναίκα γιά τήν πίστη της. Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις... Γιά νά φτάσει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός νά τούς ἐπαινεῖ, φαντασθῆτε τί πίστη καί πόσες ἀρετές σέ μεγάλο μάλιστα βαθμό εἶχαν.
Στόν Τίμιο Πρόδρομο ὅμως βλέπουμε τό μεγαλύτερο ἐγκώμιο, πού ἔπλεξε ποτέ ὁ Χριστός σέ ἄνθρωπο, ἀφοῦ ὄντως ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής ἦταν ὁ μεγαλύτερος καί ἀνώτερος. Οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ.
Νά κάνω μιά ἐρώτηση. Τί γνώμη ἔχει γιά μᾶς ὁ Χριστός, πού εἶναι δίκαιος; Ἐμεῖς κολακεύουμε ὁ ἕνας τόν ἄλλο, λέμε ψέματα, βγάζουμε λανθασμένα συμπεράσματα καί ἄδικες ἀποφάσεις. Πολλές φορές λέμε τό μαῦρο ἄσπρο καί τό ἄσπρο μαῦρο, γιά νά ἀρέσουμε στούς ἀνθρώπους. Λησμονοῦμε πολύ εὔκολα, ὅτι θά μᾶς κρίνει ὁ Θεός καί ὄχι ὁ κόσμος καί ὁ Θεός θά μᾶς κρίνει σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο, πού μᾶς ἄφησε. Γι᾿ αὐτό νά κοιτάξουμε πώς θά ἀρέσουμε στό Θεό. Πῶς ὁ Θεός θά πεῖ καλά λόγια γιά μᾶς. Καί αὐτό θά τό ἐπιτύχουμε, ὅταν γίνουμε ἄνθρωποι ἀρετῆς.
Βέβαια ἀρετές δέν διαθέτουμε. Καλά ἔργα δέν ἔχουμε γραμμένα στό ἐνεργητικό μας. Τοὐλάχιστον ἄς ἔχουμε τό γνῶθι σ᾿ αὐτόν. Νά συναισθανθοῦμε σέ ποιά οἰκτρή κατάσταση βρισκόμαστε, νά ἀναγνωρίζουμε τά σφάλματά μας καί νά μετανοοῦμε, νά ἀποκτήσουμε εἰλικρινῆ μετάνοια, νά κοιτᾶμε νά διορθωθοῦμε.
Οἱ περισσότεροι ἔχουμε τήν ψευδαίσθηση, ὅτι κάτι εἴμαστε. Συνήθως δαφνοστεφανώνουμε τούς ἑαυτούς μας καί ἐκδίδουμε πιστοποιητικό ἁγιότητας γιά μᾶς. Λέμε μάλιστα καί λόγια πολύ ἐγωϊστικά, μακάριοι καί οἱ ἄλλοι νά ἦταν σάν κι᾿ ἐμένα. Καί τό κακό εἶναι ὅτι δέν τά λέμε μόνο, ἀλλά καί τά πιστεύουμε. Πόσο λάθος κάνουμε καί πόσο φοβερά καί ἐπικίνδυνα εἶναι αὐτά τά λόγια!
Ὅταν ὁ Κύριος εἶπε στόν πλούσιο νεανίσκο νά ἐφαρμώσει τίς ἐντολές, ἐκεῖνος βιάστηκε νά ἀπαντήσει καί εἶπε, ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου. Ἄν ἦταν πιό σοβαρός, ἄν εἶχε λίγο μυαλό παραπάνω, θά ἔπρεπε νά πεῖ, δυστυχῶς, Κύριε, μέχρι σήμερα δέν μπόρεσα νά κάνω κάτι σπουδαῖο. Στό τέλος αὐτός ὁ ποιητής τοῦ νόμου ἔβαλε κάτω τό κεφάλι καί ἔφυγε ἀπογοητευμένος. Αὐτό παθαίνουμε ἤ θά πάθουμε κι᾿ ἐμεῖς.
Ἔχοντας ἐπίγνωση τῆς καταστάσεώς μας θά ἔπρεπε νά συμφωνήσουμε μέ τόν ἱερό ὑμνογράφο καί νά παραδεχτοῦμε αὐτά πού λέει σ᾿ ἕνα τροπάριο: Πᾶσαν ἁμαρτίαν διεπραξάμην, πάντας ὑπερέβην τῇ ἁμαρτίᾳ. Ὅταν ἕνας Παῦλος διεκήρυσσε, ὅτι εἶναι ὁ ἔσχατος πάντων, ὁ πρῶτος καί μεγαλύτερος τῶν ἁμαρτωλῶν, τί μποροῦμε νά ποῦμε ἐμεῖς; Ὅτι εἴμαστε καλύτεροι καί ἀνώτεροι ἀπό αὐτόν; Καί αὐτό πρέπει νά τό πιστέψουμε;
Ἡ ἀλήθεια εἶναι, ἀγαπητοί μου, ὅτι μέχρι τώρα, ἤμασταν ψεύτικοι. Ψεύτικοι σέ ὅλα. Φεύτικοι χριστιανοί. Ψεύτικοι νηστευτές. Ψεύτικοι ἐξομολογούμενοι. Ψεύτικοι προσευχόμενοι. Ψεύτικοι κοινωνοῦντες. Ψεύτικοι στήν ἀγάπη, στήν πίστη, στήν ταπείνωση. Ὅ,τι κάμναμε ἦταν πολύ λίγα καί μισά. Οὔτε στό περίπου δέν εἴμαστε ἐντάξει. Ἄς γίνουμε κάποτε πραγματικοί χριστιανοί, μέ γνήσιο ἐκκλησιαστικό φρόνημα. Νά γίνουμε θεοσεβεῖς μέ ὅλη τήν σημασία τῆς λέξεως, σέ ὅλη της τήν ἔκταση, σέ ὅλες της τίς διαστάσεις. Σέ ὕψος, σέ βάθος καί πλάτος. Νά τό προσπαθήσουμε φιλότιμα καί μέ τίς εὐχές τοῦ δικαίου Ἰώβ καί τήν δύναμη τοῦ Θεοῦ νά τό κατορθώσουμε, νά τό ἐπιτύχουμε. Ἀμήν.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου