Ἑσπερινή Ὁμιλία
Στήν πρώτη μας ὁμιλία, ἀγαπητοί μου, μιλήσαμε γιά τίς ἀρετές τοῦ Ἰώβ, ὅπως τίς παρουσιάζει ὁ Θεός καί τίς ἀπαριθμεῖ στόν διάβολο. Ὁ Ἰώβ εἶναι δίκαιος, ἄμεμπτος, ἀληθινός, θεοσεβής, ἀπεχόμενος ἀπό παντός πονηροῦ πράγματος. Γιά νά τό λέει ὁ Θεός, ἀσφαλῶς ἔτσι εἶναι καί δέν χωράει καμιά ἀμφιβολία.
Σήμερα θά δοῦμε κάποιες ἄλλες ἀρετές, πρακτικές, ὅπως μᾶς τίς ἐκθέτει ὁ ἴδιος. Καί αὐτές δέν θά τίς γνωρίζαμε, ἄν δέν εἶχαν προηγηθεῖ συγκεκριμένες κατηγορίες εἰς βάρος του ἀπό κάποιους φίλους του. Ἀναγκάσθηκε νά ἀπολογηθεῖ ἀναφερόμενος στή ζωή του.
Στή γνωστή παραβολή τοῦ τελώνου καί φαρισαίου ὁ δεύτερος ἐγωϊστικά κινούμενος, ἀπό τήν μεγάλη ἰδέα πού εἶχε γιά τόν ἑαυτό του, διαλαλεῖ ὑπαρκτές καί ἀνύπαρκτες ἀρετές, χωρίς νά τόν ὑποχρεώσει κανείς καί μάλιστα τό κάνει κατά τήν ἱερή ὥρα τῆς προσευχῆς μπροστά στό Θεό.
Ὁμιλεῖ καί ὁ Ἰώβ γιά τόν ἑαυτό του, ἀλλά γιά νά ἀντικρούσει τίς βαριές κατηγορίες, πού τόν παρουσίαζαν σάν μεγάλο ὑποκριτή, ἕναν βασανιστή καί ἐκμεταλλευτή τῶν ἀδυνάτων συνανθρώπων του. Αὐτό τόν ἀπαλλάσσει ἀπό τό στίγμα τοῦ φαρισαίου καί ὑποκριτοῦ. Μέ τόν τρόπο αὐτό μαθαίνουμε ὅλα ἐκεῖνα, πού παρέμεναν κρυφά καί μυστικά, ἦταν ὅμως γνωστά στό Θεό. Ἡ ἀπαρίθμηση αὐτῶν, πού ἀποτελοῦσαν τήν καθημερινή του ζωή καί πράξη, μᾶς βοηθάει νά κατανοήσουμε ἐκεῖνες τίς ἀρετές, πού ἀναφέραμε στήν προηγούμενη ὁμιλία μας καί εἴπαμε πώς εἶναι ἀρετές, πού τίς ἀπαριθμεῖ ὁ Θεός.
Ἡ καρδιά τοῦ Ἰώβ καλλιεργημένη ἀπό τόν φόβο τοῦ Θεοῦ καί τήν θερμή ἀγάπη σ᾿ Αὐτόν, εἶχε γίνει λεπτή καί εὐαίσθητη καί, ὅπως ἦταν ἑπόμενο, ἀγαποῦσε καί τούς συνανθρώπους του καί μάλιστα ὅλους χωρίς καμιά ἐξαίρεση. Κυρίως καί πρό πάντων τήν ἐκδήλωνε στούς ἀδύναμους καί ἀνυπεράσπιστους ἀνθρώπους, σ᾿ αὐτούς πού δέν εἶχαν κανέναν νά τούς προστατεύσει, νά τούς παρηγορήσει, νά τούς ἐνθαρρύνει στήν ἀδυναμία τους, στίς δύσκολες περιστάσεις.
Εἶναι πολύ λεπτή καί εὐαίσθητη ἡ καρδιά τοῦ Ἰώβ. Βλέπει πονεμένους καί κλαίει, ἀναλύεται σέ δάκρυα, βγάζει στεναγμούς. Καί βέβαια δέν τό κάνει καθισμένος νωχελικά καί ἀναπαυτικά σέ μιά μαλακή πολυθρόνα, μέσα στή ζεστασιά καί στήν θαλπωρή τοῦ σαλονιοῦ του. Δέν ἔχει κούφιους συναισθηματισμούς. Ἀντίθετα ἔχει λεπτά, βαθιά καί εὐγενῆ συναισθήματα, πού τόν παρακινοῦσαν σέ ἔμπρακτη ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων τῶν δυσκολεμένων συνανθρώπων του.
Πολύ ὡραῖα μᾶς τό λέει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος στήν καθολική ἐπιστολή του. Ἐάν ἕνας ἀδελφός ἤ ἀδελφή εἶναι γυμνοί καί δέν ἔχουν νά ντυθοῦν, στεροῦνται ἀκόμη καί αὐτήν τήν καθημερινή τροφή, τούς πεῖ κάποιος ἀπό σᾶς, τί κρίμα, πόσο σᾶς λυπᾶμαι, ἄντε πηγαίνετε νά ζεσταθεῖτε καί νά χορτάσετε, δέν τούς δώσετε ὅμως τά ἀναγκαῖα καί ἀπαρασίτητα γιά τό σῶμα, ποιά ἡ ὠφέλεια; Ἡ πίστη, ἄν δέν ἔχει ἔργα, εἶναι νεκρή. Καί λίγο πιό μπροστά γράφει: Θρησκεία καθαρά καί ἀμίαντος αὕτη ἐστίν, ἐπισκέπτεσθαι ὀρφανούς καί χήρας ἐν τῇ θλίψει αὐτῶν. Νά ἐπισκέπτεται κανείς ὀρφανούς καί χῆρες στήν θλίψη τους. Δέν θά περιμένουμε νά ἔρθουν ἐκεῖνοι κοντά μας, ἀλλά ἐμεῖς θά τούς ἀναζητήσουμε. Αὐτό ἔκανε ὁ Ἰώβ.
Ἡ φτώχεια ἔχει ἀξιοπρέπεια καί κρύβεται πίσω ἀπό τίς πόρτες καί τά σπασμένα παντζούρια τῶν φτωχικῶν σπιτιῶν. Αὐτοί πού μέ θράσος καί αὐθάδεια μᾶς πλησιάζουν καί ἀπαιτοῦν, συνήθως εἶναι ἐπαγγελματίες ἐπαῖτες, πού τίς περισσότερες φορές δέν ἔχουν ἀνάγκη. Εἶναι τό ἐπάγγελμά τους καί ἡ ἀρώστια τους.
Ἄς δοῦμε λοιπόν τί λέει ὁ Ἰώβ. Ἡ δικαιοσύνη γιά μένα ἦταν ὅπως τό ἔνδυμά μου. Ἐνδυόμουν τήν δίκαιη κρίση σάν ἐπανωφόρι. Μάλιστα δέ ἀναφέρει τήν λέξη διπλοΐδα. Εἶναι τό ροῦχο, πού τό τυλίγουμε δύο φορές στό σῶμα μας. Εἶναι ἔκφραση μεταφορική μέ τήν ὁποία θέλει νά δείξει τήν στενή σχέση πού εἶχε μέ τήν δικαιοσύνη, πόσο πολύ δίκαιος ἦταν.
Ἤμουν πατέρας τῶν ἀδυνάτων καί τίς δικαστικές διαφορές πού γνώριζα, φρόντιζα μέ περισσῆ ἐπιμέλεια νά ἐξακριβώσω ὅσο τό δυνατόν καλύτερα, φοβούμενος μήπως ἄθελά μου κάνω κάποιο λάθος. Ἐξέταζε λεπτομερῶς νά ἀνακαλύψει τό δίκαιο, νά ὑπερασπισθεῖ τό δίκαιο, τό ὁποῖο ἄλλοι ἰσχυροί κατεδίωκαν καί καταπατοῦσαν. Δέν περίμενε τούς ἀδικημένους νά πᾶνε κοντά του, ἀλλά αὐτός τούς ἀναζητοῦσε μέ πολλή φροντίδα. Ἔσπαζε, λέει, τά δόντια τῶν ἀδίκων καί κακῶν ἀνθρώπων, πού ἦσαν σάν ἄγρια θηρία καί ἅρπαζε ἀπό τά δόντια τους τά ἀθῶα θύματά τους. Ὁ μαλακός Ἰώβ φαινόταν σκληρός καί ἀτρόμητος, ὅταν ὑπερασπιζόταν τό δίκαιο καί τόν ἀδύνατο.
Δέν συμπορεύθηκε μέ πονηρούς στόν κακό δρόμο. Ἐφήρμοζε αὐτό πού μετά ἀπό αἰῶνες ὁ προφητάναξ Δαβίδ θά γράψει στόν πρῶτο ψαλμό: Μακάριος ἀνήρ, ὅς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ ἀσεβῶν καί ἐν ὁδῷ ἁμαρτωλῶν οὐκ ἔστι. Εἶναι εὐτυχής ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος δέν ἐβάδισε ποτέ στό δρόμο τῶν ἀσεβῶν, οὔτε στάθηκε ἔστω καί γιά λίγο ἐκεῖ ἀπό ὅπου περνοῦν οἱ ἁμαρτωλοί, γιά νά συνάψει φιλία μέ αὐτούς.
Λίγο ἀργότερα ὁ Σοφός Σολομών θά γράψει στό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν: Υἱέ, μή σέ πλανήσωσιν ἄνδρες ἀσεβεῖς...μή πορευθῇς ἐν ὁδῷ μετ᾿ αὐτῶν, ἔκκλινον δέ τόν πόδα σου ἐκ τῶν τρίβων αὐτῶν. Παιδί μου, πρόσεξε μή σέ πλανήσουν ἀσεβεῖς ἄνθρωποι καί σέ τραβήξουν μέ τό μέρος τους. Ποτέ μή δεχθεῖς νά πᾶς μαζί τους... Μή βαδίσεις τόν ἴδιο δρόμο μέ αὐτούς, ἀλλά ἄλλαξε πορεία καί λοξοδρόμησε, φῦγε μακρυά ἀπό βήματά τους. Οἱ γάρ πόδες αὐτῶν εἰς κακίαν τρέχουσι. Τά πόδια τους τρέχουν γρήγορα στό κακό.
Πρίν ἀπό τόν νόμο, χωρίς νά ἔχει στά χέρια του τόν γραπτό νόμο τοῦ Θεοῦ, τόν ἐφήρμοζε καί τόν ἀκολουθοῦσε πιστά. Αὐτό εἶναι τό θαυμαστό. Ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως θά εἶναι μάρτυς κατηγορίας μας, διότι ἐμεῖς ἔχουμε τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, ἔχουμε τό ἱερό Εὐαγγέλιο ἐδῶ καί εἴκοσι αἰῶνες, ἀλλά δέν λέμε νά τό ἀκολουθήσουμε. Χαρακτηριστικά ἀποφεύγουμε ὅ,τι ὁ Θεός ζητάει νά κάνουμε καί πεισματικά κάνουμε ἐκεῖνο πού ἀπαγορεύει.
Στλη συνέχεια πηγαίνει σ᾿ ἕνα πολύ σπουδαῖο θέμα, τό ὁποῖο πρέπει μέ πολλή προσοχή νά τό ἀκούσουμε.
Ἔκανε συμβόλαιο μέ τόν ἑαυτό του, ὑποσχέθηκε, πῆρε τήν σταθερή ἀπόφαση, νά βάλει φραγμό στά μάτια μου, νά μή παρατηρεῖ μέ κακή ἐπιθυμία τίς γυναῖκες. Δέν ὑπέπεσε σέ σαρκικές ἐπιθυμίες, ὥστε νά κατρακυλίσει σέ ἐφάμαρτα πάθη, σέ σαρκικά ἁμαρτήματα. Εἶναι αὐτό πού λέει ὁ Κύριος στήν ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία, ὄχι μόνο οὐ μοιχεύσεις, ὅπως ὥριζε ὁ παλαιός νόμος, δηλαδή νά μή διαπράξει ἐν ἔργῳ τήν αἰσχρή ἁμαρτία, ἀλλά νά μή ρίξει οὔτε ἕνα πονηρό βλέμμα σέ γυναίκα πρός τό ἐπιθυμῆσαι αὐτῆς. Τότε διαπράττεται ἡ μοιχεία μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου.
Ἀπό ἕνα τέτοιο πονηρό βλέμμα τήν ἔπαθε ὁ Δαβίδ καί ἔπεσε στό διπλό ἁμάρτημα τοῦ φόνου καί τῆς μοιχείας. Ὕστερα ἔκλαιγε ἀπαρηγόρητα, ἔβρεχε τό στρῶμα του μέ τά δάκρυα τῆς μετανοίας, συνέθεσε τόν Ν΄ψαλμό τῆς μετανοίας, τό ἐλέησόν με ὁ Θεός. Ἀφοῦ ἔβαλε μυαλό ἀπό τό πάθημά του, στίς προσευχές του παρακαλοῦσε τόν Θεό, ἀπόστρεψον τούς ὀφθαλμούς μου τοῦ μή ἰδεῖν ματαιότητα. Κάθε τί τό ξένο εἶναι ἀπαγορευμένο, εἶναι μάταιο κι᾿ ἐμεῖς δέν πρέπει νά ρίχνουμε τά μάτια μας ἐπάνω του.
Κάτι ἀνάλογο κάνει καί ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος σέ μία πολύ ὡραῖα κατανυκτική καί ἐξομολογητική βραδυνή προσευχή, μέ τήν ὁποία ζητάει συγχώρηση ἀπό τόν Θεό. Νά τοῦ συγχωρήσει ὁ Θεός τίς ἁμαρτίες, πού διέπραξε κατά τήν διάρκεια τῆς ἡμέρας καί μεταξύ ἄλλων εἰ κάλλος μάταιον ἐθεασάμην καί ὑπ᾿ αὐτοῦ ἐθέλχθην τόν νοῦν. Ἐάν εἶδε κάτι ὄμορφο καί αὐτό τοῦ ἀπέσπασε τήν προσοχή καί τό ἐνδιαφέρον καί εὐχαριστήθηκε μέσα του.
Ὑπ᾿ αὐτήν τήν ἔννοια ἔλεγε ὁ Μέγας Βασίλειος, καί γυναίκα οὐ γινώσκω καί παρθένος οὐκ εἰμί. Δέν ἁμάρτησα ἐν ἔργῳ, ἀλλά διέπραξα τήν ἁμαρτία μέ τά μάτια μου καί τήν σκέψη μου.
Ὁ Κύριος πάλι στό γνωστό ἐπισόδειο μέ τόν νομικό τοῦ εἶπε νά τηρήσει τίς ἐντολές, οὐ κλέψῃς, οὐ μοιχεύσῃς κλπ. Βιαστικά καί ἐπιπόλαια ἐκεῖνος ἀπάντησε, ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου. Λέει κάποιος ἑρμηνευτής, ἄν εἶχε λίγο μυαλό θά ἔπρεπε νά πεῖ, δυστυχῶς, Κύριε, μέχρι σήμερα τίποτε σπουδαῖο δέν μπόρεσα νά κάνω.
Ὁ Ἰώβ ἐπιμελῶς ἐπεδίωκε νά μή ξεφύγει ἀπό τόν ἴσιο δρόμο καί ὅπως χαρακτηριστικά ὁμολογεῖ, ἡ καρδιά του δέν ἑλκύσθηκε ἀπό γυναίκα ξένου ἀνδρός, οὔτε παραμόνευε ἤ παρακολουθοῦσε τήν πόρτα της. Καί σημειώνει: Ὁ θυμός τοῦ Κυρίου εἶναι πολύ μεγάλος, ὅταν κάποιος μολύνει τήν γυναίκα τοῦ ἄλλου. Εἶναι φωτιά ἡ ἁμαρτία αὐτή, πού καίει τό σπίτι του καί ἀπό τίς τέσσερις πλευρές καί ἀκόμη καταστρέφει καί τά θεμέλιά του. Μεγάλη ἁμαρτία φέρνει μεγάλη τιμωρία, μεγάλη καταστροφή.
Ὅλα αὐτά ἰδιαίτερα σήμερα πρέπει νά τά ἔχουμε ὑπ᾿ ὄψι μας, γιατί ὁ κόσμος ὅλος κεῖται ἐν τῷ πονηρῷ. Τά σαρκικά ἁμαρτήματα εἶναι πολύ διαδεδομένα σήμερα. Νέοι καί γέροι δέν ἔχουν χαλινό. Πολύ δύσκολα νά βρεῖ κανείς νέους ἐγκρατεῖς. Πολύ δύσκολα νά συναντήσει παντρεμένους πού τιμοῦν τό στεφάνι τους. Οἱ στατικές στό θέμα αὐτό εἶναι ἀπελπιστικές. Ἐλάχιστοι εἶναι αὐτοί πού δέν ἔχουν ἐξωσυζυγικές σχέσεις. Δέν εἶναι ὑπερβολή νά ποῦμε, ὅτι στό θέμα αὐτό ἔχουμε ξεπεράσει τά Σόδομα καί τά Γόμορα.
Συνεῖχε τόν Ἰώβ πάντοτε ὁ φόβος τοῦ Κυρίου. Ἄν ἔκαμνε κάποιο κακό, πίστευε, πώς θά τόν τιμωροῦσε ὁ Θεός καί αὐτός δέν μποροῦσε νά ὑποφέρει τήν καταδικαστική του ἀπόφαση. Εἶχε φόβον Θεοῦ γι᾿ αὐτό καί ἀπέφευγε τήν ἁμαρτία. Σκεφτόταν ὅτι πάντοτε τόν βλέπει ὁ Θεός καί τί ἀπάντηση, τί ἀπολογία θά ἔδινε;
Τό ἴδιο ἀπάντησε καί ὁ πάγκαλος Ἰωσήφ στήν πονηρή γυναίκα τοῦ Πετεφρῆ ἀποφεύγοντας τίς ἀνήθικες προτάσεις της. Πῶς ποιήσω τό ρῆμα τοῦτο τό πονηρόν καί ἁμαρτήσομαι ἐναντίον τοῦ Θεοῦ; Αὐτός ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ τόν συνεῖχε καί τόν συγκρατοῦσε ἀπό τήν ἁμαρτία.
Βλέπετε πόσο μᾶς συγκρατεῖ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ; Καί ἄν δέν πιστεύουμε, ἄν δέν ἔχουμε μέσα μας φόβο Θεοῦ, τότε κάνουμε τά πάντα, ἀκόμη καί τά πιό βαριά καί μεγάλα ἁμαρτήματα, τά πιό φοβερά κακουργήματα. Χωρίς Θεό δέν ἔχουμε κανένα φραγμό στίς σκέψεις καί στίς ἐνέργειές μας. Χωρίς Θεό ὅλα ἐπιτρέπονται. Ἁμαρτάνουμε συνεχῶς καί ἀσύστολα, χωρίς νά σκεφθοῦμε, ὅτι ἔχουμε νά περάσουμε ἀπό δικαστήριο μέ φοβερό κριτή.
Αὐτά γιά τήν ἠθική. Ἄς πᾶμε σέ ἄλλο θέμα, σέ ἄλλη ἀρετή του.
Λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι ὅλα τά ἁμαρτήματα χωρίζονται σέ τρεῖς κατηγορίες φιληδονίας, φιλαργυρίας καί φιλαυτίας. Γιά τήν φιληδονία εἴπαμε.
Στή συνέχεια ὁ Ἰώβ ὁμολογεῖ, ὅτι ποτέ δέν προσκολλήθηκε ἡ καρδιά του στά ὑλικά πράγματα, στόν πλοῦτο. Ποτέ δέν ἔκρυψε τόν χρυσό του μέσα στή γῆ. Ποτέ δέν στήριξε τήν ἐλπίδα του στούς πολύτιμους λίθους, γενικά στόν πλοῦτο.
Ὁ Μέγας Βασίλειος ἐκφράζει μία ἀπορία. Δέν μπορῶ νά καταλάβω τούς ἀνθρώπους, λέει. Σκοτώνονται νά βγάλουν τόν χρυσό ἀπό τά σπλάχνα τῆς γῆς καί, ὅταν τόν βγάλουν, πάλι τόν κρύβουν μέσα στή γῆ.
Ὁ Ἰώβ δέν θεοποίησε τό χρῆμα, ὅπως συνήθως γίνεται. Ἄν ἡ τσέπη μας εἶναι γεμάτη καί τό πορτοφόλι μας φουσκωμένο, νομίζουμε, ὅτι δέν ἔχουμε ἀνάγκη τόν Θεό. Ἡ φιλαργυρία καί ἡ πλεονεξία κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο εἶναι εἰδωλολατρεία. Αὐτή ἐκτοπίζει τόν Θεό καί παίρνει τήν θέση του. Γι᾿ αὐτό εἶπε καί ὁ Κύριος, ὅτι δέν μποροῦμε νά δουλεύουμε συγχρόνως σέ δύο ἀφεντικά, στόν Θεό καί στόν μαμωνᾶ. Ὁ ἀντίπαλος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ μαμωνᾶς, ὁ θεός τοῦ πλούτου.
Ὅμως εἶναι ἀλήθεια, ὅτι τά χρήματα δέν φέρνουν πάντοτε τήν εὐτυχία. Πολύ σοφά εἶπε κάποιος, ὅτι μέ τά χρήματα ἀγοράζουμε τό πιό μαλακό κρεββάτι, ὄχι ὅμως καί ὕπνο. Ἀγοράζουμε τά καλύτερα φάρμακα, ὄχι ὅμως πάντοτε καί τήν ὑγείας μας. Δωροδοκοῦμε πολλούς, κλείνουμε πολλά στόματα, μά δέν καταφέρνουμε νά ἠρεμήσουμε τήν συνείδησή μας, νά τῆς κλείσουμε τήν φωνή.
Ὁ Ἰώβ ποτέ δέν αἰσθάνθηκε ἀγαλλίαση γιά τόν πολύ πλοῦτο, πού εἶχε, οὔτε ἅπλωσε τό χέρι του νά μαζέψει καί νά ἀποθηκεύσει ἀναρίθμητα ἀγαθά. Θά μοῦ πεῖτε, εἶχε τόσα πολλά πλούτη, καί ἄλλα ἤθελε;
Τό γνωρίζουμε πολύ καλά, ὅτι ἀπό τόν πλούτο δέν χορταίνει κανείς. Ὅσα πιό πολλά ἔχει, τόσο περισσότερα θέλει νά ἀποκτήσει. Ποτέ δέν χορταίνει, ποτέ δέν λέει φτάνει. Παραδείγματα ἀπό τήν καθημερινότητα ἔχουμε πολλά. Ἄς θυμηθοῦμε ὅμως ἕνα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα ἀπό τό ἱερό Εὐαγγέλιο. Εἶναι ἡ παραβολή τοῦ ἄφρωνος πλουσίου.
Τά κτήματα αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἀπέδωσαν καλή σοδειά καί αὐτός, ἀντί νά εὐχαριστήσει τόν Θεό καί νά ἀναπαυθεῖ, στενοχωρεῖται, ἀγωνιᾶ, δέν τοῦ κολλᾶ ὕπνος, γιατί δέν ἔχει ποῦ νά βάλει τά γενήματά του. Στό τέλος τί κατάλαβε; Ἔχασε καί τήν ζωή του καί τήν ψυχή του. Μέ τά πολλά πλούτη του ἀγόρασεπολύ ἀκριβά τήν κόλασή του.
Ἐρωτᾶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: Δέν ξέρεις τί νά κάνεις; Δέν ἔχεις ποῦ νά βάλεις τούς καρπούς σου; Νά οἱ καλύτερες ἀποθῆκες, τά στόματα τῶν φτωχῶν καί τά στομάχια τῶν πεινασμένων.
Ὁ Ἰώβ ἦταν πολύ ἐλεήμων καί φιλάνθρωπος. Ἡ πόρτα τοῦ σπιτιοῦ του ἦταν ἀνοιχτή σέ ὅλους. Ποτέ δέν ἄφησε ξένο νά κοιμηθεῖ ἔξω. Ἀσκοῦσε φιλοξενία μεγάλη καί γενική. Δέν ἔκαμνε διακρίσεις σέ κανένα. Καί μάλιστα ὄχι μόνο περιποιόταν τούς φτωχούς στό σπίτι του, ἀλλά κανείς δέν ἔφευγε ἀπό ἐκεῖ μέ ἄδεια τά χέρια.
Ὅταν μάλιστα κάποιος τοῦ χρωστοῦσε χρήματα καί δέν μποροῦσε νά ἐξοφλήσει τό χρέος του, δέν τόν πίεζε, οὔτε τόν ἔσερνε στά δικαστήρια, ἀλλά ἔσχιζε ἀμέσως τό χρεωστικό γραμμάτιο, χωρίς νά πάρει κάτι ἀπό τόν ὀφειλέτη του.
Μέ αὐτήν τήν σπουδαία φιλοξενία του καί ὁ Ἀβραάμ ἔτυχε νά φιλοξενήσει ἀγγέλους, τήν Ἁγία Τριάδα. Αὐτήν τήν ἁγία ἀρετή εἶχε καί ὁ ὅσιος Παΐσιος ὁ Μέγας. Τούς δεχόταν ὅλους στό κελλί του, τούς περιποιόταν, τούς τάϊζε καί τούς ἔπλενε τά πόδια. Ἔτσι κάποια φορά φιλοξένησε τόν ἴδιο τόν Χριστό καί ἀξιώθηκε νά πλύνει καί τά δικά του πόδια.
Ἀκόμη ὁ Ἰώβ δέν ἦταν χαιρέκακος. Δέν χαιρόταν μέ τήν πτώση τῶν ἐχθρῶν του. Δέν εἶπε μέσα στήν καρδιά του, καλά νά πάθει. Γιά νά σκεφθοῦμε πόσες φορές ἐμεῖς εἴπαμε κάτι τέτοιο!
Ὁ Ἰώβ ἦταν ταπεινός, φιλάνθρωπος, τίμιος, παραδεχόταν ἀμέσως τό λάθος του καί ἀμέσως, πολύ εὔκολα ζητοῦσε συγγνώμη.
Πολλές φορές οἱ κύριοι δέν φέρονται καθόλου καλά στό ὑπηρετικό προσωπικό, στίς ὑπηρέτριες πού ἔχουν στά σπίτια τους καί στήν δούλεψή τους. Οἱ συνθῆκες διαβίωσῆς τους δέν εἶναι καθόλου ἀνθρώπινες. Τίς θεωροῦν κατώτερα πλάσματα χωρίς δικαιώματα. Τίς προσβάλλουν, τίς κακομεταχειρίζονται, δέν τίς πληρώνουν καλά, τίς στεροῦν τό μισθό τους, τίς παρενοχλοῦν, τίς κάνουν ἀνήθικες προτάσεις κ.ἄ. Αὐτό δυστυχῶς συμβαίνει ἀκόμη καί σήμερα. Ἀποτέλεσμα, αὐτές οἱ ὑπηρέτριες νά καταρῶνται συνέχεια τούς κυρίους τους. Ὁ Ἰώβ ὅμως ποτέ δέν ἔκανε κάτι τέτοιο. Δέν ἁμάρτησε σ᾿ αὐτές. Ἦταν πολύ καλός ἀπέναντί τους. Τίς φέρθηκε μέ τόν καλύτερο τρόπο, γι᾿ αὐτό κι᾿ ἐκεῖνες δέν ποτέ εἶπαν κακό λόγο εἰς βάρος του.
Ἄν σέ κάποια ἄλλη περίπτωση, σάν ἄνθρωπος κάπου ἔσφαλε, χωρίς νά τό θέλει, ποτέ δέν ἔκρυψε τήν ἁμαρτία του, ἀπό φόβο μήπως χάσει τό καλό ὄνομα, μήπως μειωθεῖ ἡ δημοτικότητά του. Κάποιοι τρέμουν, τί θά πεῖ ὁ κόσμος. Αὐτός δέν ἦταν ὑποκριτής. Εἶχε τό θᾶρρος καί τήν τόλμη νά παραδεχτεῖ τήν ἁμαρτία του, ὅποια καί ἄν ἦταν.
Πολλοί ἀπό μᾶς θέλουμε νά παραστήσουμε τόν ψευτοάγιο καί ἀναμάρτητο. Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη μας ἁμαρτία. Ὄχι τό ὅτι ἁμαρτάνουμε, ἀλλά τό ὅτι δέν θέλουμε νά ἀναγνωρίσουμε τό σφάλμα μας, γι᾿ αὐτό καί δέν μετανοοῦμε. Δέν ζητοῦμε συγχώρηση οὔτε ἀπό τόν Θεό, οὔτε ἀπό τούς ἀνθρώπους. Ἔτσι ὅμως ἡ ἁμαρτία μας παραμένει, δέν συγχωρεῖται καί κάποια μέρα θά τήν πληρώσουμε ἀκριβά. Ὁ Ἰώβ ποτέ δέν ντράπηκε νά ἐξομολογηθεῖ δημοσίᾳ τήν ἁμαρτία του, ἀκόμη μπροστά σέ πολύ λαό.
Ἄν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα τιμωρήθηκαν καί διώχθηκαν ἀπό τόν παράδεισο, ἦταν γιατί δέν παραδέχθηκαν τό σφάλμα τους καί δέν ζήτησαν συγχώρηση ἀπό τόν Θεό. Μέ τό πρῶτο ἤμαρτον ὁ Θεός θά τούς συγχωροῦσε. Τούς βοηθάει μάλιστα νά τό κάνουν. Τούς ἄνοιξε διάπλατα τόν δρόμο καί τόν τρόπο νά τό ὁμολογήσουν. Τούς ρώτησε, μήπως φάγατε ἀπό τόν καρπό ἐκείνου τοῦ δέντρου; Τό εἶπε ὁ Θεός, τούς ἄνοιξε εὔκολο δρόμο μετανοίας καί αὐτοί προσπαθοῦν νά δικαιολογηθοῦν καί ἐπιρρίπτουν τίς εὐθῦνες ὁ ἕνας στόν ἄλλο, ἀκόμη καί στόν ἴδιο τόν Θεό. Ὥστε οἱ Πρωτόπλαστοι δέν τιμωρήθηκαν γιά τήν ἁμαρτία τους, ἀλλά γιά τήν ἀμετανοησία τους.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, ὁ συγγραφέας τῆς Κλίμακος στόν Δ΄λόγο του περί ὑπακοῆς μᾶς ἀναφέρει ἕνα σπουδαῖο παράδειγμα.
Κάποτε σ᾿ ἕνα κοινόβιο πῆγε νά γίνει μοναχός ἕνας πρώην ληστής. Ἐξολογήθηκε στόν ἡγούμενο μέ κάθε εἰλικρίνεια καί πολλή συντριβή ὅλα του τά ἁμαρτήματα. Στό τέλος τόν ἐρώτησε ὁ Γέροντας: Αὐτά μπορεῖς νά τά φανερώσεις μπροστά σέ ὅλη τήν ἀδελφότητα; Κι᾿ ἐκεῖνος, ἔχοντας μισήσει ὁλοκληρωτικά τήν ἁμαρτία καί περιφρονώντας κάθε ντροπή, ἀπάντησε. Ἄν θέλεις τά ἐξομολογοῦμαι καί στό κέντρο τῆς Ἀλεξάνδρειας, μπροστά σέ ὅλο τόν κόσμο.
Στήν ἑπόμενη Κυριακή πού γινόταν ἡ Θεία Λειτουργία στό Κυριακό, καί ἐνῷ ἦταν παρόντες ὅλοι οἱ πατέρες, διακόσιοι τριάντα στόν ἀριθμό, μετά τήν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου, δίνει ἐντολή ὁ Ἡγούμενος νά διακόψουν τήν Θεία Λειτουργία καί νά φέρουν στό μέσον τοῦ Ναοῦ τόν ποτέ ληστή. Τώρα τοῦ λέει, πές μπροστά σέ ὅλους τούς ἀδελφούς τά ἁμαρτήματά σου ἕνα-ἕνα ξεχωριστά. Ἐκεῖνος ἔπεσε στό δάπεδο τοῦ Ναοῦ καί ἐξομολογήθηκε πάλι γιά δεύτερη φορά ὅλα του τά ἁμαρτήματα μέ ἄφθονα δάκρυα.
Παρών ἦταν καί ὁ ἴδιος ὁ ὅσιος Ἰωάννης. Συγκλονίσθηκα, εἶπε, μέ ὅλα ὅσα ἔγιναν. Ὁ ἡγούμενος τόν διαβεβαίωσε, ὅτι πρίν ἀκόμη σηκωθεῖ ἀπό τό ἔδαφος, πέτυχε τήν ἄφεση ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν του. Καί μή ἀμφιβάλεις καθόλου γι᾿ αὐτό συνέχισε. Ἕνας ἀπό τούς ἀδελφούς πού ἦταν ἐκεῖ ὁμολόγησε, ὅτι τήν ὥρα ἐκείνη εἶδε ἕναν φοβερό καί ἐπιβλητικό ἄντρα, πού κρατοῦσε στά χέρια του ἕνα χαρτί γραμμένο καί ἕνα κοντύλι ἀπό καλάμι. Κάθε φορά πού ὁ πεσμένος στό ἔδαφος ἐξωμολογεῖτο μία ἁμαρτία του, ἐκεῖνος μέ τό κοντύλι τήν διέγραφε. Ἡ ἐξομολόγηση πραγματικά συγχωρεῖ, σβύνει τίς ἁμαρτίες μας.
Κοντά σ᾿ αὐτά ἦταν πολύ ἐλεήμων.
Οἱ δυσκολίες τῆς ζωῆς, δυστυχῶς, εἶναι πολλές, τά προβλήματα σοβαρά καί ἀκανθώδη. Πόνος πολύς καί βαρύς στούς ἀνθρώπους. Σ᾿ αὐτούς ἀνάμεσα ζοῦσε ὁ Ἰώβ, ἀλλά ποτέ καί σέ κανέναν δέν γύρισε τήν πλάτη του. Γιά κανέναν δέν ἀδιαφόρησε. Ἀπό κανέναν δέν στέρησε τήν βοήθειά του. Πολλοί φτωχοί, πολλά ὀρφανά καί χῆρες ἅπλωναν ἱκετευτικά τά χέρια τους πρός σ᾿ αὐτόν ζητώντας τήν βοήθειά του. Ὅλους αὐτούς δέν τούς ἄφησε νά λυώνουν ἀπό τήν ἀγωνία, οὔτε νά κουράζωνται ἔχοντας ὑψωμένα τά χέρια γιά πολύ χρόνο καί νά παρακαλοῦν. Μέ μεγάλη προθυμία, ἀμέσως ἔσπευδε νά βοηθήσει οὐσιαστικά καί μέ διάκριση.
Ἡ δική μας ἀντίδραση σέ τέτοιες περιπτώσεις εἶναι πολύ διαφορετική. Μᾶς πλησιάζει ὁ φτωχός, κι᾿ ἐμεῖς θέλουμε πολλά παρακάλια. Ταπεινώνεται μπροστά μας κι᾿ ἐμεῖς τόν ἐξευτελίζουμε ἀκόμη περισσότερο καί ἤ τόν ἀποπέμπουμε μέ ἄδεια τά χέρια ἤ ἀφοῦ τόν ἐξουθενώσουμε, τοῦ δίνουμε μιά μικρή βοήθεια, ὅπως θά πετούσαμε ἕνα κόκκαλο σ᾿ ἕνα σκυλί. Κάποιοι μάλιστα ζητοῦν μέ ἐκβιαστικό τρόπο ἀνταλλάγματα καί πολλές φορές πονηρά καί παράνομα.
Ὁ Ἰώβ παραδέχεται καί ὁμολογεῖ, ὅτι ποτέ δέν ἔφαγε ψωμί μόνος του, χωρίς νά δώσει στό ὀρφανό. Καί αὐτό τό ἔκανε ἀπό τήν μικρή ἡλικία τοῦ ἄλλου, σάν νά ἦταν πραγματικός πατέρας του. Καί ὄχι μόνο τόν ἔτρεφε ὑλικά, ἀλλά τόν καθοδηγοῦσε καί πνευματικά. Τούς εἶχε σάν παιδιά του.
Κι᾿ἐμεῖς νομίζουμε, ὅτι μέ μισό εὐρώ, πού δίνουμε κάνουμε ἐλεημοσύνη. Περιοριζόμαστε μόνο στά ὑλικά καί λησμονοῦμε, ὅτι ἡ πνευματική βοήθεια εἶναι μεγαλύτερη καί ἀνώτερη. Πολύ ὡραῖα μᾶς τό λέει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος: Σώζει ψυχήν ἐκ θανάτου καί καλύψῃ πλῆθος ἁμαρτιῶν. Πότε εἴδαμε τόν ὀρφανό, τόν φτωχό σάν δικό μας παιδί καί πότε κάναμε ὅ,τι θά κάμναμε στό δικό μας παιδί; Στήν Θεολογική Σχολή μᾶς ἔλεγε ἕνας καθηγητής, ὁ κ. Κορναράκης: Εἶναι ἕνα ὀρφανό παιδί, πού παίρνει τά γράμματα, ἀλλά δέν ἔχει γονεῖς, δέν μπορεῖ νά σπουδάσει. Θά ἀναλάβουμε ἐμεῖς τά ἔξοδα τῶν σπουδῶν του, γιά νά βγεῖ ἄνθρωπος τῆς προκοπῆς στήν κοινωνία; Εἶναι μία καλή κοπέλα φτωχιά ὅμως καί δέν μπορεῖ νά παντρευτεῖ, γιατί δέν ἔχει προίκα. Τήν προικίζουμε σάν νά ἦταν δικό μας παιδί; Τότε θά μπορούσαμε νά μιλήσουμε γιά ἐλεημοσύνη.
Αὐτό ἔκανε ὁ ἅγιος Νικόλαος. Προίκισε τρεῖς ἀδελφές, πού καλοπαντρεύτηκαν καί διέφυγαν τόν κίνδυνο νά κλειστοῦν σέ πορνεῖο. Ὁ ἅγιος Σεραπίων ἔδωσε τά ροῦχα πού φοροῦσε καί τυλίχθηκε ἕνα σεντόνι, γι᾿ αὐτό ὀνομάσθηκε καί ἅγιος Σινδόνιος. Πούλησε κατόπιν τό Εὐαγγέλιο πού εἶχε καί ἔδωσε τά χρήματα ἐλεημοσύνη καί στό τέλος, μή ἔχοντας τίποτε ἄλλο, πουλήθηκε ὁ ἴδιος σκλάβος, γιά νά βοηθήσει κάποιον πού εἶχε ἀνάγκη.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ἐλεήμων ἑφτά ἤ ὀχτώ φορές πούλησε τό κρεββάτι του, γιά νά βοηθήσει τούς φτωχούς καί ὁ ἴδιος κοιμῶταν κάτω στό δάπεδο. Ἡ ἁγία Παρασκευή ἡ Ἐπιβατινή ἔδωσε τά καινούργια ἐνδύματα πού φοροῦσε σέ μιά φτωχιά καί πῆρε τά δικά της παλιά. Σέ ἄλλη περίπτωση ἔδωσε ἐλεημοσύνη τόν βαφτιστικό της σταυρό.
Ὁ Ἰώβ δέν ἀδιαφόρησε γιά τόν γυμνό, πού ἄν τόν ἄφηνε θά ξεπάγιαζε, θά πέθαινε ἀπό τό κρύο. Δέν χρειαζόταν νά τό πολυσκεφθεῖ καί νά καθυστερήσει, ἀμέσως τόν ἔντυνε.
Αὐτό δέν λέγει καί ὁ Κύριος; Γυμνός καί περιεβάλετέ με. Ἐφήρμοζε τό Εὐαγγέλιο αἰῶνες πρό Χριστοῦ, πρίν μᾶς τό παραδώσουν οἱ ἱεροί Εὐαγγελιστές. Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, ἄν δώσουμε, θά δώσουμε ὅ,τι δέν μᾶς χρειάζεται καί εἶναι γιά πέταμα. Ὅμως τέτοια σαβούρα θά δώσουμε στό Χριστό; ἀφοῦ ὅ,τι κάνουμε σ᾿ Ἐκεῖνον ἀναφέρεται.
Οἱ ἀδύνατοι ἄνθρωποι τόν εὐλογοῦσαν, διότι ἐθερμαίνοντο οἱ ὦμοι τους ἀπό τά μάλλινα ἐνδύματα, πού τούς ἔδινε.
Κάτι ἀνάλογο λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ὅταν κάνεις τραπέζι στό μνημόσυνο τοῦ συγγενοῦς σου μή καλέσεις τούς πλούσιους, πού ἔχουν νά φᾶνε. Προσκάλεσε τούς φτωχούς, πού θά φᾶνε καί θά προσευχηθοῦν γιά τήν ἀνάπαυση τοῦ κεκοιμημένου. Αὐτῶν ἡ προσευχή εἰσακούεται περισσότερο ἀπό τόν Θεό.
Δέν σήκωσε ποτέ τό χέρι του κατά τοῦ ὀρφανοῦ, γιά νά τόν χτυπήσει, μέ τήν σκέψη ὅτι στήν δίκη θά εἶναι ὅλοι μέ τό μέρος του, μέ τό μέρος τοῦ ἰσχυροῦ. Καί σήμερα ἀκόμη αὐτό συμβαίνει. Οἱ πιό πολλοί, ἄν ὄχι ὅλοι, εἶναι μέ τό μέρος τοῦ ἰσχυροῦ, ἔστω καί ἄν ἔχει ἄδικο. Οἱ ἰσχυροί ἔχουν φίλους, ὄχι ὅμως καί οἱ ἀδύνατοι, οἱ καταφρονεμένοι.
Αὐτά μέ κάποια συντομία ἔκαμνε ὁ δίκαιος Ἰώβ. Ἔτσι ζοῦσε, μέ αὐτές τίς ἀρετές στόλιζε τόν ἑαυτό του.
Ὅπως εἴδαμε ποτέ δέν λησμόνησε τήν δίκαιη ἀνταπόδοση πού ἐπιφυλάσσει ὁ Θεός στούς ἄδικους καί κακοποιούς. Ἀπό τήν ἁμαρτία τόν συγκρατοῦσε ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Αὐτό δέν ἦταν κάποιο κίνητρο ἐγωπαθές. Δηλαδή δέν ἀπέφευγε τό κακό μόνο ἀπό τόν φόβο τῆς τιμωρίας. Ὁ Ἰώβ δυνεδίαζε τόν φόβο τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἀγάπη του γιά τόν ἴδιο τόν Θεό καί γιά τούς ἀνθρώπους, πού εἶναι τά πλάσματά του.
Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἕνα σωτήριο ἐμπόδιο, γιά νά μή παρεκκλίνει κάποιος ἀπό τόν ἴσιο δρόμο, νά μή γλιστρήσει στόν γκρεμό τῆς ἀπωλείας. Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ φράζει τήν ἐπικίνδυνη κατεύθυνση, ὑποδεικνύει ἄλλη σωτήρια. Ἐνισχύει καί τονώνει τήν διάθεση τῆς ψυχῆς, νά συνεχίσει τήν ὄμορφη καί ἡρωϊκή πορεία στό καλό. Οἱ δυνάμεις τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς ἀναπτύσσονται καί κινοῦνται ἐλεύθερα στήν ἐπιτέλεση τοῦ καλοῦ, σέ ἔργα ἀγάπης καί φιλανθρωπίας, σέ πράξεις εὐγενικές, πού ἐξευγενίζουν καί αὐτόν πού τίς ἀσκεῖ καί αὐτόν πού τίς δέχεται καί ὅλους ὅσους τίς ἀντιλαμβάνονται.
Ὅποιος κάνει κάτι μόνο ἀπό τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, τά κάνει τυπικά, περιορισμένα σέ στενά ὅρια, μέ σφιγμένη καρδιά. Ἐδῶ ὅμως ἔχουμε κάτι ἄλλο. Ὁ Ἰώβ δέν προβαίνει σέ ἐνέργειες τυπικές-ἐξωτερικές, ἀλλά τίς κάνει μέ τρυφερότητα καρδιᾶς ἑνός στοργικοῦ πατέρα. Ἔνιωθε τούς δυστυχισμένους συνανθρώπους του σάν πραγματικά παιδιά του. Γι᾿ αὐτό λέει ὁ ἴδιος, ἐγώ ἤμην πατήρ ἀδυνάτων. Δέν περιοριζόταν σέ κάποια μισόλογα ψευτοπαρηγοριᾶς. Δέν ἄφησε τούς πονεμένους νά ἔχουν τήν αἴσθηση τῆς ἐγκατάλειψης καί ἀνασφάλειας μέσα στήν ἀδυναμία τους.
Ζοῦσε τό πρόβλημα τῶν ἄλλων καί ἔμπαινε στήν θέση τους. Ἔτσι μόνο μποροῦμε νά καταλάβουμε τούς ἄλλους καί νά τούς βοηθήσουμε.
Ἀκόμη δέν ξεχώριζε τόν ξένο ἀπό τούς δικούς του. Προσέφερε τό καλύτερο πού εἶχε. Ὅλοι εἴμαστε παιδιά τοῦ ἴδιου πατέρα. Ὅταν ἀπευθυνώμαστε στόν ἴδιο πατέρα καί λέμε πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, σημαίνει ὅτι μεταξύ μας εἴμαστε ἀδέρφια.
Τά ἀγαθά του δέν τά θεωροῦσε δικά του, κτῆμα του, ἀλλά ὅτι ἦταν διαχειριστής αὐτῶν, πού τοῦ χάριζε ὁ Θεός καί τοῦ τά χάριζε γιά ὅλους. Αὐτά πού ἔλεγαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἐμπνεόμενοι καί διαποτιζόμενοι ἀπό τό πνεῦμα τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου, ὁ ἴδιος τά πίστευε καί τά ἐφήρμοζε αἰῶνες πρίν.
Ἡ γνησιότητα τῆς ἀγάπης του φαινόταν ἰδιαίτερα στίς σχέσεις του μέ τό προσωπικό τοῦ σπιτιοῦ του. Ξέρουμε πόσο δύσκολες καί λεπτές εἶναι οἱ σχέσεις ἐργοδότη καί ἐργαζομένου. Δημιουργοῦνται πολύ συχνά δυσάρεστες συγκρούσεις. Πολύ διαφορετικά βλέπουμε κάποιον ἀπό μακρυά καί ἐντελῶς φιαφορετικά ὅταν εἴμαστε κοντά του, ὅταν συνεργαζόμαστε μαζί του, ὅταν τόν ζοῦμε καθημερινά.
Ἀγαπητοί μου,
Καί σήμερα πρέπει νά τελειώσουμε. Εἴδαμε τήν λεπτή καί εὐγενική ὕπαρξη τοῦ Ἰώβ. Γνωρίσαμε τήν λεπτή καί εὐαίσθητη καρδιά του, τήν γεμάτη ἀπό μεγάλη καί ὑποδειγματική ἀγάπη, πού ἤξερε νά ἀγαπᾶ ἔμπρακτα, χωρίς διακρίσεις καί οὐσιαστικά.
Εἴδαμε τήν προσήλωσή του στήν ἠθική καί τήν ἐγκράτεια, στήν τιμιότητα.
Παρ᾿ ὅτι εἶχε χρήματα καί κτήματα πολλά, δέν ἔδωσε σ᾿ αὐτά τήν καρδιά του. Δέν προσκολλήθηκε σ᾿ αὐτά. Ἦταν στό ἔπακρον ἐλεήμων καί φιλάνθρωπος.
Σκοπός τῆς ζωῆς μας εἶναι ἡ σωτηρία μας. Πῶς θά τό ἐπιτύχουμε αὐτό; Ἔχοντας πάντοτε κατά νοῦν καί ἐφαρμόζοντες τήν προτροπή τοῦ Κυρίου, πορεύου καί σύ ποίει ὁμοίως. Νά ἐπιδιώξουμε νά κάνουμε ὅ,τι ἔκανε ἐκεῖνος, δηλαδή ὁ Ἰώβ. Νά γίνουμε ὅ,τι ἔγινε ἐκεῖνος. Ἀμήν.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου