(Ἐκφωνήθηκε στά Γιαννιτσά στίς 8 Μαρτίου 2009, Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας καί στήν Ἔδεσσα στίς 1 Νοεμβρίου 2009)
Βρισκόμαστε, ἀγαπητοί μου, στήν ἀρχή ἀκόμη τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς. Διαπλέομε τό πέλαγος τῆς νηστείας. Κι᾿ ἐμεῖς καλούμεθα νά ὑπακούσουμε στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ καί στόν θεσμό τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι ὁ ἐντατικότερος πνευματικός μας ἀγώνας. Μία πτυχή αὐτοῦ τοῦ ἀγώνα εἶναι ἡ θεάρεστη νηστεία. Θά δοῦμε καί θά καταλάβουμε τά εὐεργετικά της ἀποτελέσματα, ἄν ἐξετάσουμε τόν βίο τοῦ ἁγίου Δανιήλ τοῦ προφήτου. Θά παρακαλέσω λοιπόν νά δώσουμε προσοχή, γιά νά ὀφεληθοῦμε ὅσο περισσότερο γίνεται.
Ὁ Προφήτης Δανιήλ εἶναι ἕνας ἀπό τούς τέσσερις μεγάλους προφῆτες. Ὑπάρχουν καί οἱ δώδεκα μικροί λεγόμενοι προφῆτες. Δέν εἶναι μικροί ὡς πρός τήν ἀξία ἤ τήν ἁγιότητα, ἀλλά ὀνομάζονται μικροί, γιατί τά ἔργα τους, τά βιβλία πού ἔγραψαν εἶναι μικρά σέ ἔκταση, ἔχουν λιγότερα κεφάλαια.
Ἕνας λοιπόν ἀπό τούς μεγάλους προφῆτες εἶναι ὁ Δανιήλ. Τό ὄνομά του σημαίνει, ὁ Κύριος εἶναι κριτής μου καί ὑπερασπιστής μου.
Γεννήθηκε στήν Παλαιστίνη ἀπό ἐπιφανή ἰουδαϊκή οἰκογένεια, ἀπό βασιλική γενιά τό 605 π.Χ.
Τόν καιρό ἐκεῖνο στό προσκήνιο τῆς ἐπικαιρότητας ἦταν ἡ Βαβυλών ἡ μεγάλη καί ἐπιφανής. Παρ᾿ ὅτι ὁ πληθυσμός τῆς γῆς τότε ἦταν πολύ -πολύ λιγότερος ἀπό ὅ,τι εἶναι σήμερα, ἡ Βαβυλώνα ἦταν μεγάλη, πολυάνθρωπη, ξακουστή καί πολύ πλούσια, γεμάτη χρυσάφι. Σκεφθεῖτε, εἶχε περίμετρο 90 χιλιόμετρα καί οἱ κρεμαστοί κῆποι της ἀποτελοῦσαν ἕνα ἀπό τά ἑπτά θαύματα τοῦ ἀρχαίου κόσμου. Δηλαδή οἱ ταράτσες τῶν σπιτιῶν της εἶχαν θαυμάσιους κήπους. Ἦταν γεμᾶτες μέ θαυμαστά λουλούδια καί δέντρα. Κάθε ταράτσα καί ἕνας μικρός παράδεισος.
Στό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς πρίν ἀπό τά Χριστούγεννα γίνεται λόγος γιά τήν Βαβυλώνεια αἰχμαλωσία. Ἐκεῖ ἀναφέρεται σάν μετοικεσία Βαβυλῶνος. Ὁ Ναβουχοδονόσορ, βασιλιάς τῆς Βαβυλώνας κατέκτησε τήν Παλαιστίνη. Κυρίευσε τά Ἱεροσόλυμα, ἅρπαξε τά σκεύη τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶντος καί πολλούς Ἰουδαίους, κυρίως εὐγενεῖς, καί τούς ἔφερε αἰχμάλωτους στήν Βαβυλώνα.
Μεταξύ αὐτῶν ἦταν καί τέσσερις νέοι ἔξυπνοι, ὡραῖοι, ἀριστοκρατικῆς γενιᾶς. Πρῶτος ὁ προφήτης Δανιήλ, πού ἦταν κάπως μεγαλύτερος ἀπο τούς ἄλλους τρεῖς στήν ἡλικία, περίπου 17 ἐτῶν. Οἱ ἄλλοι τρεῖς ἦταν ὁ Ἀνανίας, ὁ Ἀζαρίας καί ὁ Μισαήλ, 14-15 ἐτῶν.
Ἐντύπωση μᾶς κάνουν ἐκεῖνα, πού γράφει ὁ Δανιήλ: Ὁ Κύριος, πού μέχρι τώρα προστάτευε τήν χώρα τους, τώρα ὁ Ἴδιος τήν παρέδωσε στά χέρια τοῦ Ναβουχοδονόσορα. Ἄρα δέν ἦταν κατόρθωμα τῶν Βαβυλωνίων ἡ ἅλωση τῆς Ἱερουσαλήμ. Ὁ Θεός τήν παρέδωσε στά χέρια τους. Γιατί ἄραγε; Ποιός ἦταν ὁ λόγος; Γιατί ἡ Ἱερουσαλήμ ἔπεσε σέ πολλές καί βαριές ἁμαρτίες. Θά τό ὁμολογήσουν ἀργότερα οἱ τρεῖς παῖδες, ὅταν θά τούς ρίξουν μέσα στό καμίνι.
Δικαίως ταλαιπωρούμεθα καί βασανιζόμαστε, ἔλεγαν, γιατί ἁμαρτήσαμε, γιατί ξεχάσαμε τόν ἀληθινό Θεό καί φύγαμε ἀπό κοντά του. Παθαίνουμε αὐτά, γιατί δέν τηρήσαμε τόν νόμο τοῦ Κυρίου.
Τήν περίπτωση αὐτή κι᾿ ἐμεῖς πρέπει νά τήν προσέξουμε, νά τήν πάρουμε στά σοβαρά. Γιά νά δοῦμε πῶς ἤμασταν παλαιότερα καί πῶς καταντήσαμε σήμερα; Ἀλλάξαμε πολύ, ἀγριέψαμε σάν ἔθνος καί σάν ἄτομα, ἀγνώριστοι γίναμε. Ποτέ δέν ἦταν τόσο χάλια ἡ Πατρίδα μας. Καί πολύ φοβοῦμαι, ὅτι θά ἔρθει καί ἡ δική μας σειρά. Θά μᾶς ἐγκαταλείψει κι᾿ ἐμᾶς ὁ Θεός. Θά μᾶς παραδώσει σέ χέρια ἀλλοτρίων, ἄν δέν μετανοήσουμε, ἄν δέν ἐπιστρέψουμε καί δέν διορθωθοῦμε.
Λοιπόν ἐκεῖ στή Βαβυλώνα ἔδωσε ἐντολή ὁ βασιλιάς νά βροῦν νέους ὄμορφους, ἔξυπνους, νά κόβει τό μυαλό τους, νά εἶναι γεροί καί ὑγιεῖς, γιά νά μορφωθοῦν, νά σπουδάσουν, νά μάθουν γράμματα, γιά νά κυβερνήσουν τούς διάφορους λαούς, πού ἦταν στήν κατοχή τῶν Βαβυλωνίων. Θά ζοῦσαν μέσα στό παλάτι, θά ἔτρωγαν καί θά ἔπιναν ὅ,τι καί ὁ βασιλιάς. Ἀνάμεσα σ᾿ αὐτούς ἦταν ὁ Δανιήλ καί οἱ ἄλλοι τρεῖς εὐλαβεῖς νέοι τῶν Ἑβραίων.
Τό πρῶτο πού ἔκαναν ἦταν νά τούς ἀλλάξουν τά ὀνόματα. Τόν Δανιήλ τόν ὀνόμασαν Βαλτάσαρ καί τούς ἄλλους τρεῖς Σεδράχ, Μισάχ καί Ἀβδεναγώ. Καί αὐτό ὄχι χωρίς λόγο. Ἔχει σημασία αὐτό πού ἔγινε. Ὅταν ἀλλάζουμε τό ὄνομα, ἀλλάζουμε νοοτροπία, ἀλλάζουμε τρόπο ζωῆς. Γι᾿ αὐτό στήν βάπτιση βάζουμε ὀνόματα Ἁγίων, γιά νά τούς ἔχουμε φωτεινά παραδείγματα. Γι᾿ αὐτό ὅταν βαπτίζουμε μεγάλους στήν ἡλικία, ἀλλόφυλους καί ἀλλόδοξους, τούς ἀλλάζουμε τό ὄνομα καί τούς δίνουμε ὄνομα Ἁγίου. Γι᾿ αὐτό στή μοναχική κουρά ἀλλάζουμε τό ὄνομα τοῦ μοναχοῦ. Πρέπει νά μή ἔχει καμμία σχέση μέ τήν προηγούμενη ζωή του. Νά ἀλλάξει ἐντελῶς τρόπο ζωῆς, νά μή τόν συνδέει τίποτε μέ τό παρελθόν. Ἀπ᾿ ἐδῶ καί πέρα ξεκινάει μία ἐντελῶς καινούργια ζωή.
Σήμερα ἀλλάζουμε τό ὄνομα τοῦ Ἁγίου μας μέ κάτι ὀνόματα χαζά καί ἀκαταλαβίστικα. Ἀποτέλεσμα; δέν ἔχουμε παραδείγματα, κάποιον πού νά μᾶς συγκινεῖ καί νά μᾶς θέλγει.
Ἡ ἁγία Παρασκευή ἡ Ἐπιβατινή, ἀπό μικρό κοριτσάκι διάβαζε τόν βίο τῆς ἁγίας της, τῆς Μεγαλομάρτυρος Ἁγίας Παρασκευῆς καί ἀπό πολύ νωρίς ἔβαλε σκοπό τῆς ζωῆς της νά ἀκολουθήσει τό παράδειγμά της. Ἔτσι ἔφτασε καί αὐτή σέ ὕψη ἁγιότητας.
Γράφει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὅτι στήν Ἀντιόχεια ἀγαποῦσαν καί τιμοῦσαν τόσο πολύ τόν ἐπίσκοπό τους, τόν ἅγιο Μελέτιο, ὥστε συνέβαινε μέσα στήν ἴδια οἰκογένεια πολλά ἄτομα νά ἔχουν τό ὄνομα τοῦ Ἐπισκόπου τους. Ὁ παπποῦς, ὁ πατέρας, ὁ γυιός, ὁ ἐγγονός καί ἄλλα μέλη τῆς οἰκογένειας ἔφεραν τό ὄνομα Μελέτιος. Καί δέν εἶχαν μόνο τό ὄνομα τοῦ Ἁγίου, ἀλλά προσπαθοῦσαν νά ἀντιγράψουν καί τήν ζωή του.
Στόν Δανιήλ, εἴπαμε, ἔδωσαν τό ὄνομα Βαλτάσαρ. Εἶναι τό ὄνομα κάποιας βαβυλωνιακῆς θεότητας, γιά νά ξεχάσει τόν ἀληθινό Θεό.
Ἔπρεπε νά τρῶνε ἀπό τό ἴδιο φαγητό, πού ἔτρωγε καί ὁ βασιλιάς, ἀπό τά ἴδια κρέατα καί νά πίνουν ἀπό τό ἴδιο κρασί. Ἐδῶ ὅμως ὑπῆρχε ἕνα σοβαρό πρόβλημα. Τά κρέατα ἦταν εἰδωλόθυτα, δηλαδή προέρχονταν ἀπό θυσίες πού προσέφεραν στά εἴδωλα καί ὁ Θεός ἀπαγόρευε στούς Ἑβραίους νά τά τρῶνε. Οὔτε τό κρασί τους μποροῦσαν νά πιοῦν, γιατί μέ αὐτό ἔκαμναν σπονδές, τό προσέφεραν καί αὐτό στούς ψεύτικους θεούς.
Τί νά ἔκαμναν οἱ νέοι; Θά μποροῦσαν νά ποῦν καί νά δικαιολογηθοῦν, ὅ,τι θά κάμναμε κι᾿ ἐμεῖς σήμερα. Αἰχμάλωτοι εἴμαστε. Σέ ξένο τόπο εἴμαστε. Δέν γίνεται διαφορετικά. Ἄς φᾶμε καί νά μή μιλᾶμε. Αὐτό δέν θά λέγαμε κι᾿ ἐμεῖς;
Αὐτοί ὅμως ὄχι, δέν τό ἔκαναν. Δέν μποροῦσαν νά παραβοῦν τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Δέν τό ἄντεχαν. Δέν τό σήκωνε ἡ συνείδησή τους. Ἀλλά γιά νά τό κάνεις αὐτό πρέπει νά εἶσαι προσωπικότητα, νά εἶσαι σπουδαῖος ἄνθρωπος, νά ἔχεις μεγάλη ἀγάπη καί φλογερή πίστη στό Θεό. Οἱ συγκεκριμένοι νέοι τά εἶχαν ὅλα αὐτά, τά διέθεταν.
Ἄν πάλι τολμοῦσαν νά παραβοῦν τήν ἐντολή τοῦ βασιλιᾶ, κινδύευε τό κεφάλι τους. Θά ἔχαναν τήν ζωή τους. Οἱ βασιλιάδες τήν ἐποχή ἐκείνη δέν ἦταν παῖξε-γέλασε. Ἦταν παντοδύναμοι. Οἱ ὑπήκοοί τους τούς λάτρευαν σάν θεούς. Ποιός θά τολμοῦσε νά φέρει ἀντίρρηση, νά κάνει διαφορετικά ἀπ᾿ ὅ,τι ἔλεγαν; Οἱ τέσσερις νέοι ὅμως ἦταν ἀποφασισμένοι νά μή φᾶνε, νά μή μολυνθοῦν, νά μή παραβοῦν τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Εἶχαν γερά θεμέλια, καλές ἀρχές ἀπό τό σπίτι τους καί αὐτές κρατοῦσαν σταθερά καί ἀνυποχώρητα. Στήν διαπαιδαγώγηση τῶν παιδιῶν τό πᾶν εἶναι τό σπίτι καί αὐτό πρέπει ἰδιαίτερα νά τό προσέξουν οἱ γονεῖς.
Πηγαίνει ὁ Δανιήλ καί βρίσκει τόν ἀρχιμάγειρα. Τόν παρακαλεῖ θερμά, νά κάνει κάποια ἐξαίρεση γι᾿ αὐτούς. Νά τούς δίνει νά τρῶνε λάχανα, χορταρικά δηλαδή καί ὄσπρια, ὄχι κρέας καί νά πίνουν μόνο νερό. Προσέξτε, παρακαλῶ. Ζητοῦν νά κάνουν ἰσόβια νηστεία, ἰσόβια ἀποχή ἀπό τό κρέας! Ποῦ; Στήν ἐξορία, στήν αἰχμαλωσία, μακρυά ἀπό τό σπίτι τους. (Στά Ἱεροσόλυμα, πού πήγαμε, κάποιοι δέν νήστευαν Τετάρτη καί Παρασκευή, μέ τήν δικαιολογία ὅτι βρίσκονταν μακρυά ἀπό τό σπίτι τους. Μάλιστα ἔλεγαν, ἀσθενής καί ὁδοιπόρος...)
Ὁ ἀρχιμάγειρας δίστασε, φοβήθηκε. Ἄν ἀδυνατήσετε, ἄν ὁ βασιλιάς δεῖ τά πρόσωπά σας καταβεβλημένα ἀπό τή νηστεία, θά μοῦ ζητήσει τόν λόγο καί τότε, ἀλλοίμονό μου, τί δικαιολογία θά βρῶ; Θά μοῦ κόψει τό κεφάλι.
Παρακαλεῖ καί πάλι ὁ Δανιήλ. Κοίταξε, τοῦ λέει. Θά κάνουμε μιά συμφωνία, μιά δοκιμή. Ἄς τό κάνουμε αὐτό γιά δέκα μέρες, νά δοῦμε τί θά γίνει. Ἄν τά πράγματα δέν πᾶνε καλά, κάνε στό ἑξῆς ὅπως νομίζεις.
Ὁ Θεός ἔδωσε χάρη στόν ἀρχιμάγειρα, νά ὑποχωρήσει μέ κίνδυνο τῆς ζωῆς του καί νά δεχτεῖ τό αἴτημά τους. Ἀλλά καί οἱ τέσσερις νέοι, εἴπαμε, κινδύνευαν. Ἔδωσε ὁ Θεός τήν χάρη του καί οἱ νέοι αὐτοί ἔγιναν πιό ὄμορφοι, πιό ροδοκόκκινοι, πιό δυνατοί ἀπό τούς ἄλλους, πού ἔτρωγαν κρέας.
Ἐδῶ θά σταματήσουμε λίγο. Στή ζωή δέν μᾶς κρατάει τό φαγητό, ἀλλά ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Δέν μᾶς στηρίζει τό ὑποτιθέμενο πλούσιο φαγητό, ἀλλά ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Μπορεῖτε νά μοῦ πεῖτε ποιός ἔπαθε κάτι κακό ἀπό τήν νηστεία; Ἄν ἀρρώστησαν οἱ μεγάλοι ἀσκηταί, πού πέρασαν τή ζωή τους μέ νηστεία, ἀγρυπνία καί κακοπέραση; Ἐμεῖς φοβόμαστε, νομίζουμε ὅτι κάτι θά πάθουμε καί ἀποφεύγουμε τή νηστεία.
Ἔχουμε τήν ἐντύπωση, ὅτι πρέπει νά φᾶμε καλά, γιατί ἔχουμε χειρονακτική ἐργασία καί κουραζόμαστε πολύ. Σᾶς ἐρωτῶ λοιπόν: Μετά τό πολύ φαγητό, μετά τό καλό φαγητό μποροῦμε νά δουλέψουμε; Ὄχι, γιατί νυστάζουμε, μᾶς πιάνει ὁ ὕπνος. Μετά τό φαγητό εἶναι εὔκολο νά ὁδηγήσουμε; Ὄχι, παραλύει τό σῶμα, πέφτουν οἱ δυνάμεις μας.
Τά παιδιά μας πάλι, οἱ νέοι μας πού πᾶνε στό σχολεῖο, πού σπουδάζουν, πιστεύουμε ὅτι θέλουν καλό φαγητό. Ὅταν διαβάζουν, λέμε, πρέπει νά τρῶνε περισσότερο. Ἔχουν ἀνάγκη ἀπό θερμίδες. Αὐτό εἶναι λάθος. Ὅταν διαβάζουμε ξοδεύουμε κυρίως γλυκόζη, πέφτει τό ζάχαρο καί παθαίνουμε ὑπογλυκαιμία. Μιά καραμέλα θέλουμε, ὄχι πολύ φαγητό. Ὁ ἐγκέφαλος ἔχει ἀπαιτήσεις, ἔχει ἀνάγκη μά ἀπό ζάχαρο. Μετά τό φαγητό κοιμώμαστε, δέν μποροῦμε νά διαβάσουμε. Δέν σημαίνει λοιπόν, ὅτι τά παιδιά μας δέν μποροῦν νά νηστεύσουν. Θά νηστεύσουν καί αὐτά, ὅπως ἄλλωστε καί ὁ καθένας μας, ἀνάλογα μέ τίς δυνατότητές τους. Δέν θά τά ἀποκόψουμε ἐντελῶς ἀπό τή νηστεία. Τά ὄσπρια εἶναι μία πολύ καλή τροφή. Γιατί ἀπαγορεύονται στούς διαβητικούς; Γιατί ἔχουν πολύ ζάχαρο.
Σ᾿ αὐτούς πού θέλουν νά ἀδυνατήσουν οἱ διαιτολόγοι δίνουν μόνο κρέας, μάλιστα πολύ κρέας, χωρίς ψωμί. Τό κρέας μόνο του δέν εἶναι δυνατή τροφή. Σέ κάποια φυλακή στό ἐξωτερικό ἔδιναν στούς φυλακισμένους κάθε μέρα κρέας χωρίς ψωμί. Σιγά-σιγά ὅλοι οἱ φυλακισμένοι πέθαναν. Τό κρέας δέν τούς κράτησε στή ζωή. Ἀπό τήν ἁγία Γραφή γνωρίζουμε, πώς ἄρτος καρδίαν ἀνθρώπου στηρίζει καί ὄχι τό κρέας. Γνωρίζουμε καί αὐτό πού ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, παχεῖα γαστήρ λεπτόν νόον οὐ τίκτει.
Ὁ Δανιήλ μέ τήν νηστεία ἔλαβε πολλή χάρη ἀπό τόν Θεό, πολλή σοφία καί μάλιστα, μεταξύ τῶν ἄλλων, τό ἰδιαίτερο χάρισμα νά ἐξηγεῖ τά ὄνειρα.
Οἱ νέοι αὐτοί σπούδασαν στή Βαβυλώνα ἐπί τρία ἔτη καί στό τέλος τῶν μαθημάτων ὑποβλήθηκαν σέ ἐξετάσεις. Θά ἐξέταζε ὁ ἴδιος ὁ Βασιλιάς. Ὁ Δανιήλ καί οἱ τρεῖς νέοι πῆραν ἄριστα. Ὅμοιός τους δέν ὑπῆρξε κανείς ἀπό τούς ἄλλους. Ἡ σοφία τους ἦταν δέκα φορές περισσότερη ἀπό τῶν ἄλλων. Ἡ νηστεία δέν τούς ἐμπόδισε καθόλου. Καί πάλι οὔτε αὐτή μόνο τούς βοήθησε, ἀλλ᾿ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, ἐφόσον τηροῦσαν τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Ἄρα ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ δίνει, προσφέρει μεγάλη χάρη στούς ἀνθρώπους.
Ἐδῶ βλέπουμε νά πραγματοποιεῖται καί νά ἐπληθεύεται ὁ λόγος τοῦ Κυρίου, νά νηστεύουμε ἐν τῷ κρυπτῷ καί ὁ Θεός θά μᾶς ἀποδώσει ἐν τῷ φανερῷ. Τί σημαίνει αὐτό; Ὁ Θεός θά μᾶς δίνει χαρίσματα, πού θά τά βλέπουν οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι. Δέν κρύβωνται τά εὐεργετικά ἀποτελέσματα τῆς νηστείας.
Στό σημεῖο αὐτό ἔχουμε ἀκόμη νά παρατηρήσουμε τό ἑξῆς: Οἱ εὐσεβεῖς αὐτοί Ἰουδαῖοι δέχθηκαν νά σπουδάσουν τήν χαλδαϊκή φιλολογία, τήν βαβυλωνιακή παιδεία καί θρησκεία. Δέν ἔπαθαν ὅμως τίποτε. Ὅπως ὁ Μωϋσῆς πολύ ἐνωρίτερα, σπούδασε τήν αἰγυπτιακή σοφία, χωρίς καί αὐτός νά πάθει τίποτε. Ἔμειναν ὅλοι τους πιστοί στήν πατρώα θρησκεία.
Μποροῦμε νά σπουδάσουμε στά πιό ἄχρωμα θρησκευτικῶς σχολεῖα. Αὐτό δέν εἶναι πρόβλημα. Τό πρόβλημα εἶναι τί ἔχουμε μέσα στό σπίτι μας. Πόση καλή δουλειά γίνεται μέσα στό σπίτι μας. Τί διδαχθήκαμε ἀπό τήν οἰκογένειά μας. Τί μᾶς ἔμαθαν οἱ γονεῖς μας. Τί σχέση ἀποκτήσαμε μέ τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, μέ τήν Ἁγία Γραφή. Αὐτός εἶναι ὁ δείκτης, πού δείχνει τόν δρόμο καί τόν τρόπο τῆς ζωῆς μας. Ὅταν οἱ γονεῖς κάνουν καλά τήν δουλειά τους, δέν ὑπάρχει κανείς φόβος, κανένας κίνδυνος.
Οἱ αἰχμάλωτοι αὐτοί νέοι δέν εἶχαν κοντά τούς γονεῖς τους, γιά νά τούς στηρίζουν καί νά τούς καθοδηγοῦν. Εἶχαν ὅμως μέσα στό μυαλό καί στήν καρδιά τους τά λόγια καί τίς συμβουλές τους. Αὐτά εἶχαν γίνει βίωμά τους. Ὁ σωστός θρησκευτικός τρόπος ζωῆς μπῆκε μέσα στό πετσί τους. Εἶναι πολύ σπουδαῖο αὐτό πού προσφέρουν τό σπίτι καί οἱ γονεῖς. Τό ἐπαναλαμβάνω καί τό τονίζω. Ἄς τό προσέξουμε καί ἄς κάνουμε τό καθῆκον μας καί τό χρέος μας ἀπέναντι στά παιδιά μας.
Ἀφίνουμε κάποια πράγματα ἀπό τήν ζωή καί τήν δράση τοῦ Προφήτη Δανιήλ καί πηγαίνουμε σ᾿ ἕνα περιστατικό, γνωστό στούς πολλούς, πού καί αὐτό ἔχει σχέση μέ τήν νηστεία. Τό τί σχέση ἔχει θά τό δοῦμε στή συνέχεια.
Ὁ βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ πανίσχυρος, παντοδύναμος καί πολύ πλούσιος, ὅπως ἦταν, ἔφτασε στό ἄκρον ἄωτον τῆς ἀλαζονείας. Τοῦ πέρασε ἀπό τό μυαλό ἡ σκέψη νά κάνει ἕνα ἄγαλμα εἰδωλολατρικῆς ἀσφαλῶς θεότητας καί νά τιμήσει τόν θεό του. Πολλοί νομίζουν, ὅτι πρόκειται γιά δική του εἰκόνα, δικό του ἄγαλμα, μά εἶναι λάθος. Ἔκανε τό ἄγαλμα τοῦ θεοῦ Μαρδούχ. Ἑξῆντα πύχεις τό ἄγαλμα, δηλαδή 30 περίπου μέτρα, ὁλόχρυσο, καθαρό χρυσάφι, ὄχι ἐπίχρυσο, ὄχι κούφιο, ἀλλά συμπαγές χρυσάφι. Φαντασθεῖτε πόσης τεράστιας ἀξίας ἦταν τό ἄγαλμα αὐτό καί τό ἔστησε ἔξω ἀπό τήν Βαβυλώνα, σ᾿ ἕνα ἀνοιχτό μέρος, στήν πεδιάδα Δεηρᾶ.
Στά ἐγκαίνια αὐτῆς τῆς εἰκόνας, κατ᾿ ἐντολή του, μαζεύτηκαν ὅλοι οἱ ἄρχοντες, οἱ τοπάρχες, οἱ ἀξιωματοῦχοι, ὅλοι οἱ ἐπίσημοι τοῦ κράτους καί ἡ διαταγή ἦταν, ὅταν ἀκούσουν τά ὄργανα νά παίζουν, νά ἠχοῦν, τότε ὅλοι νά πέσουν καί νά προσκυνήσουν τήν εἰδωλολατρική ἐκείνη θεότητα. Ὅποιος παρακούσει, δίπλα ἔκαιγε καμίνι φοβερό, ἐκεῖ μέσα θά τόν ἔρριχναν. Ἀπό αὐτήν τήν ἐκδήλωση ἔλειπε ὁ Δανιήλ, δέν ξέρουμε γιατί. Ἦσαν παρόντες ὅμως οἱ τρεῖς παῖδες, ἀφοῦ καί αὐτοί κατεῖχαν ὑψηλές θέσεις στήν διοίκηση τοῦ κράτους.
Ὅταν ἦρθε ἡ κατάλληλη στιγμή, ὅλοι ἔπεσαν καί προσκύνησαν τό ἄγαλμα, πού ἔστησε ὁ βασιλιάς. Μόνο τρεῖς μένουν ὄρθιοι, δέν ὑπακούουν, δέν προσκυνοῦν. Εἶναι οἱ τρεῖς νεαροί παῖδες τῶν Ἑβραίων. Γνωρίζουν τόν θεῖο Νόμο, ξέρουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἀρνοῦνται νά προσκυνήσουν τό εἴδωλο. Κύριον τόν Θεόν σου προσκυνήσεις καί αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις. Γνωρίζουν τίς συνέπειες, μά ὅσο καί ἄν κινδυνεύουν ἀρνοῦνται νά προσκυνήσουν τό ἄγαλμα, δέν στέργουν νά παραβοῦν τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ.
Καλοθεληταί παντοῦ καί πάντοτε ὑπάρχουν. Οἱ ἄλλοι ἄρχοντες τῶν βαβυλωνίων τούς φθονοῦσαν. Ἔτσι βρῆκαν εὐκαιρία, ἔτρεξαν καί τό κατήγγειλαν στόν βασιλιά. Ἡ συνέχεια εἶναι γνωστή, νά μή τά λέμε ὅλα μέ λεπτομέρια. Τούς ἀνάγκασε ὁ βασιλιάς, τούς ἐπίεζε, ἐπέμενε, ἀλλά αὐτοί ἔμειναν σταθεροί καί ἀμετάπειστοι. Καλύτερα θάνατος, παρά ἁμαρτία. Ναί, ἀγαπητοί μου. Τό μεγαλύτερο κακό στόν κόσμο δέν εἶναι ἡ φτώχεια, δέν εἶναι ἡ ἀρρώστια, οὔτε ἡ ἀποτυχία, οὔτε αὐτός ὁ θάνατος. Τό μεγαλύτερο κακό εἶναι ἡ ἁμαρτία καί αὐτήν πάσῃ θυσία πρέπει νά ἀποφεύγουμε. Αὐτήν νά φοβώμαστε, γιατί αὐτή ἔχει τήν δύναμη νά μᾶς ρίξει στήν κόλαση. Θά σᾶς πετάξω μέσα στή φωτιά καί κανένας θεός δέν θά μπορέσει νά σᾶς γλυτώσει ἀπό τά χέρια μου, ἀπειλεῖ ὁ Ναβουχοδονόσορ.
Τοῦ ἀπαντοῦν μέ θάρρος οἱ εὐσεβεῖς νέοι. Βασιλιά, κάνε μας ὅ,τι θέλεις, ἀλλά πάρτο ἀπόφαση, ἐμεῖς τήν εἰκόνα σου δέν τήν προσκυνοῦμε. Ξέρουμε πολύ καλά, ὅτι ὁ Θεός μας, ἄν τό θέλει, μπορεῖ, ἔχει τήν δύναμη νά μᾶς λυτρώσει ἀπό σένα. Μά καί ἄν ἀκόμη δέν θέλει, ἄν ἐπιτρέψει νά πεθάνουμε, ἐμεῖς πήραμε τήν ἀπόφασή μας. Θά προτιμήσουμε νά ψηθοῦμε, παρά νά παραβοῦμε τό θέλημά Του. Βλέπετε πίστη καί ὁμολογία πίστεως; Βλέπετε θάρρος καί γενναιότητα; Δέν εἶναι παράδειγμα πρός μίμηση καί γιά μᾶς μικρούς καί μεγάλους;
Ἄναψαν ἑπταπλασίως, δηλαδή ὑπερβολικά τό καμίνι, τούς ἔδεσαν γερά καί τούς πέταξαν μέσα στίς φλόγες. Καί τί ἔγινε; Ἡ φωτιά ἔκαψε τά σχοινιά, πού ἦταν δεμένοι, γιά νά λυθοῦν ἀπό τά δεσμά, αὐτοί ὅμως δέν ἔπαθαν τίποτε, τό παραμικρό. Δέν κάηκαν καθόλου. Καμμιά πληγή, κανένα ἔγκαυμα δέν ἔπαθαν, οὔτε μία τρίχα τῆς κεφαλῆς τους κάηκε, ἀλλ᾿ οὔτε καί τά ἐνδύματά τους μύριζαν κάπνα!! Μπορεῖ ὁ Θεός νά τούς γλυτώσει καί νά τούς προστατεύσει, ναί ἤ ὄχι; Δέν εἶπε ὁ Κύριος, ὅτι θά σᾶς ὁδηγήσουν ἐνώπιον βασιλέων καί ἀρχόντων, θά πάθετε πολλά, θά σᾶς κάνουν πολλά, ἀλλά θρίξ ἐκ τῆς κεφαλῆς ὑμῶν οὐ μή ἀπόλυται; Νά πού γίνεται. Ὁ Χριστός καί τό Εὐαγγέλιο δέν λένε παραμύθια.
Οἱ τρεῖς παῖδες περπατοῦσαν μέσα στό καμίνι, ἀνάμεσα στίς φλόγες, προσευχόντουσαν καί ὑμνοῦσαν τόν Θεό. Ποιά ἦταν ἡ προσευχή τους; Ἁμαρτήσαμε, ἔλεγαν. Δέν ξεχωρίζουν τούς ἑαυτούς τους ἀπό τούς ἄλλους. Δέν μᾶς γλύτωσες, γιατί ἐμεῖς εἴμαστε οἱ καλοί καί οἱ ἄλλοι εἶναι οἱ ἁμαρτωλοί. Ἄν τό ἔλεγαν ἔτσι, θά ἦταν φαρισαῖοι. Ὅμως, ἔλεγαν, δικαίως μᾶς τιμωρεῖς γιά τίς ἁμαρτίες μας, γιατί φύγαμε μακρυά ἀπό σένα. Ἐμεῖς τί λέμε σήμερα; τί κακό ἔκανα, Θεέ μου, καί μέ τιμωρεῖς; Σέ τί ἔφταιξα; Ὅλοι οἱ ἄλλοι φταῖνε, ἐκτός ἀπό μένα. Αὐτό ἔλεγε καί ὁ φαρισαῖος τῆς γνωστῆς παραβολῆς: Οὐκ εἰμί ὥσπερ οἱ λοιποί τῶν ἀνθρώπων. Ἐκεῖνοι εἶναι κλέφτες, ἅρπαγες, μοιχοί, ἐγώ ὅμως ὄχι. Πόσο πολύ ὡραῖα καί διδακτικά εἶναι τά λόγια αὐτά!
Ἐνῷ λένε τήν προσευχή ἄγγελος Κυρίου κατέβηκε στό καμίνι καί τίναξε, σκόρπισε τήν φλόγα καί ἦρθε δροσιά, δροσερό ἀεράκι. Τότε οἱ τρεῖς νέοι μέ ἕνα στόμα δόξαζαν καί ὑμνοῦσαν τόν Θεό. Εἶναι ὁ ὕμνος πού ψάλλουμε στή θεία Λειτουργία τοῦ Μ. Σαββάτου. Καλοῦν ὅλη τήν κτίση, ὅλα τά δημιουργήματα νά ὑμνήσουν τόν Θεό. Τόν Κύριον ὑμνεῖτε καί ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τούς αἰῶνας.
Τότε ὅμως συνέβη κάτι παράξενο. Σηκώθηκε ὁ ἴδιος ὁ βασιλιάς νά δεῖ τί κάνουν αὐτοί μέσα στίς φλόγες; Ψάλλουν, ὑμνοῦν τόν Θεό τους; Καί βλέπει μέσα στό καμίνι τέσσερις, ἀντί γιά τρεῖς. Καί ὁ τέταρτος ἔμοιαζε μέ ἄγγελο Θεοῦ. Ποιός ἦταν; Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Μετά ἀπό αὐτό τούς ἐλευθέρωσε καί ἔβγαλε διαταγή: Ὅποιος ἐκστομίσει βλασφημία, ὅποιος προσβάλλει τόν Θεό πού πιστεύουν οἱ τρεῖς παῖδες, θά ἐκτελεῖται πάραυτα καί τό σπίτι του θά δημεύεται. Ἄν αὐτό γινόταν σήμερα, δέν ξέρω ποιός θά ἔμενε ζωντανός...
Αὐτός λοιπόν ὁ Ἄγγελος εἶναι ὁ Μεγάλης βουλῆς Ἄγγελος, εἶναι τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἔχουμε ἐδῶ προτύπωση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Σᾶς ὑπενθυμίζω μία καταβασία τοῦ Πάσχα, πού λέει: Ὁ παῖδας ἐκ καμίνου ρυσάμενος γενόμενος ἄνθρωπος πάσχει ὡς θνητός. Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι πῦρ καταναλίσκον, φωτιά πού καίει, θά κατεβεῖ στόν κόσμο καί ὁ κόσμος δέν θά καεῖ. Θά μπεῖ στά σπλάχνα τῆς Παναγίας καί ἐκείνη δέν θά καεῖ. Ἄν ἐρχόταν μέ τήν θεία φύση, ὁλόλκηρος ὁ κόσμος θά ἔπιανε φωτιά, ἡ Παναγία θά ἔλειωνε. Γι᾿ αὐτό ἔρχεται μέ τήν ἀνθρώπινη φύση. Εἶναι συγκατάβαση καί οἰκονομία Θεοῦ, γιά νά σωθεῖ ὁ κόσμος δι᾿ αὐτοῦ, ὄχι γιά νά καεῖ.
Τώρα κάποιος θά διαμαρτυρηθεῖ: Μᾶς εἶπες, πάτερ, ὅτι αὐτό τό περιστατικό ἔχει σχέση μέ τήν νηστεία, ἀλλά ἐμεῖς δέν εἴδαμε κάτι τέτοιο, δέν εἴδαμε πουθενά νηστεία.
Δέν τήν εἴδατε; Τί ἔκαναν τούς τρεῖς παῖδας; Τούς ἔρριξαν μέσα στό καμίνι, μέσα στίς φλόγες καί οἱ φλόγες δέν τούς πείραξαν. Τρεῖς νέους πού νήστευαν, πού ἀγαποῦσαν τήν νηστεία, τούς πέταξαν μέσα στή φωτιά πού κατατρώει τά πάντα καί οἱ φλόγες δέν τούς κατέφαγαν, ἐνήστευσαν καί οἱ φλόγες!! Μάλιστα! Νήστευσαν καί οἱ φλόγες. Ἡ φωτιά ἐβλαβήθηκε, σεβάσθηκε τούς νηστευτάς. Νά ἡ μεγάλη δύναμη τῆς νηστείας!! Ἡ θεοφιλής νηστεία ἔχει τήν δύναμη, μπορεῖ νά μᾶς λυτρώσει ἀπό τήν φωτιά τῆς κολάσεως.
Τό βιβλίο τοῦ Δανιήλ, ἀγαπητοί μου, εἶναι ὠραιότατο. Ἀξίζει νά τό διαβάσουμε. Κάντε, σᾶς παρακαλῶ τόν κόπο. Δέν εἶναι δά καί κανένα μεγάλο, ἔχει μόνο 12 κεφάλαια.
Ἐμεῖς τώρα ἀφήνουμε κάποια ἄλλα, πολύ σπουδαῖα καί αὐτά καί πᾶμε στό 6ο κεφάλαιο. Ἀπό τήν Βαβυλωνιακή αὐτοκρατορία πᾶμε στήν Μηδοπερσική. Τό ἀχανές κράτος διαιρεῖται σέ 120 σατραπίες. Οἱ σατράπες λογοδοτοῦν σέ τρεῖς ἀνώτερους διοικητές καί αὐτοί ἔχουν νά κάνουν μέ τόν αὐτοκράτορα, πού ἦταν ὁ Δαρεῖος, γνωστός μας ἀπό τήν Ἱστορία. Ἕνας ἀπό τούς τρεῖς ἀνώτερους ἀξιωματούχους εἶναι ὁ Δανιήλ. Ἔχει θέση μεγάλη, ξεχωριστή, ἀλλά οἱ ἄλλοι τόν φθονοῦν. Προσπαθοῦν μέ κάθε τρόπο νά τοῦ κάνουν κακό. Ψάχνουν ἀπό ᾿δῶ, ἐπινοοῦν ἀπό ᾿κεῖ, πρέπει ὁπωσδήποτε νά τόν βγάλουν ἀπό τή μέση.
Κάποια φορά πλησιάζουν μέ δόλο τόν βασιλιά καί τοῦ λένε νά κάνει ἕνα νόμο, σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο ἐπί 30 ἡμέρες κανείς νά μή ζητήσει τίποτε ἀπό κανένα, οὔτε ἀπό θεό, οὔτε ἀπό ἄνθρωπο, παρά μόνο ἀπό τόν ἴδιο τόν βασιλιά. Ὅποιος δέ παραβεῖ αὐτόν τόν νόμο, νά τόν ρίξουν στά λιοντάρια νά τόν φᾶνε. Ὅλα αὐτά ἄρεσαν στό βασιλιά, γιατί ἦταν πολύ κολακευτικά γι᾿ αὐτόν. Ἔτσι ἔγινε καί ὑπεγράφη ὁ νόμος.
Ὁ Δανιήλ μετά τήν ψήφιση τοῦ νόμου, ἔκαμνε ὅ,τι καί προηγουμένως, ὅπως πάντοτε. Ἄφηνε τήν δουλειά του, τό γραφεῖο του, θά λέγαμε σήμερα, καί τρεῖς φορές τήν ἡμέρα πήγαινε στό σπίτι του, γιά νά προσευχηθεῖ μέ ἀνοιχτά τά παράθυρα. Αὐτό δέν τό ἔκαμνε ἀπό ἐπίδειξη, γιά νά τόν βλέπει καί νά τόν ἐγκωμιάζει ὁ κόσμος, ἀλλά γιά νά εἶναι στραμμένος πρός τήν Ἱερουσαλήμ, ὅπως ἐμεῖς, ὅπου καί ἄν εἴμαστε, στρεφόμαστε στήν ἀνατολή, γιά νά προσευχηθοῦμε, γιά νά βλέπουμε τόν παράδεισο. Ἔτσι θάπτουμε καί τούς κεκοιμημένους μας, στραμμένους κατά ἀνατολάς, ἀπό ὅπου ἔρχεται τό φῶς καί νά ζητοῦν ἀπό τόν Θεό: Ποθεινήν πατρίδα παράσχου μοι, παραδείσου πάλιν ποιῶν πολίτην με.
Ὁ Δανιήλ δέν εἶχε δουλειά; Δέν εἶχε καθήκοντα; Ὅμως τά ἄφηνε ὅλα, γιατί ἡ προσευχή εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀνάγκη καί τό σπουδαιότερο καθῆκον μας. Πολλοί χριστιανοί μας, ὁ Θεός νά τούς κάνει χριστιανούς, οὔτε ἕνα Πάτερ ἡμῶν δέν λένε τήν ἡμέρα, οὔτε ἕνα Κύριε ἐλέησον, οὔτε ἕνα σταυρό κάνουν. Ἄν βγεῖ κάποιος νόμος ἀντίθετος μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τί θά κάνουμε; Στή Ρωσία, στόν καιρό τοῦ κομμουνισμοῦ, ἀγέλες νέων κάθονταν ἔξω ἀπό τούς Ναούς καί κορόϊδευαν ἐκείνους τούς νέους, πού πήγαιναν στήν Ἐκκλησία. Οἱ δημόσιοι ὑπάλληλοι πάλι δέν ἔπρεπε νά πηγαίνουν στήν Ἐκκλησία, γιατί θά ἔχαναν τή θέση τους καί τήν ἐργασία τους. Δέν τούς ἐνδιέφεραν τόσο οἱ ἡλικιωμένοι καί οἱ ἁπλοῖ ἄνθρωποι, ἀλλά οἱ νέοι καί οἱ δημόσιοι ὑπάλληλοι.
Πρίν ἀπό χρόνια φιλοξενήσαμε ἕναν εὐλαβέστατο Ἐπίσκοπο ἀπό τήν Βουλγαρία μέ τήν συνοδεία του. Τοῦ ἑνός ὁ γυιός ἦταν πολύ ἔξυπνος, πολύ καλός μαθητής, ἄριστος στό γυμνάσιο καί στό Λύκειο, ἀλλά δέν μπόρεσε νά περάσει σέ καμμιά Πανεπιστημιακή Σχολή, γιά τόν λόγο, ὅτι ὁ πατέρας του ἦταν γραμματέας τῆς Μητροπόλεως, εἶχε σχέση μέ τήν Ἐκκλησία. Αὐτό ἦταν τό κακό, τό λάθος πού ἔκαμνε. Ὁ ἴδιος μᾶς εἶπε, ὅτι ἄνθρωποι τοῦ κόμματος παρακολουθοῦσαν τήν Κυριακή ποιοί πᾶνε στήν Ἐκκλησία. Τήν Δευτέρα τό πρωΐ τούς ἀπέλυαν ἀπό τήν ἐργασία τους, τούς πετοῦσαν στό δρόμο. Ἄν αὐτό γίνει κάποια φορά στήν πατρίδα μας, ποιοί θά ὁμολογήσουν πίστη στό Θεό, πόσοι θά προσεύχωνται καί θά ἐκκλησιάζωνται;
Χωρίς προσευχή ὅμως, δέν μποροῦμε νά ἀντιμετωπίσουμε τίς θύελες, δέν μποροῦμε νά ξεπεράσουμε τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς.
Ὁ Δανιήλ προσευχόταν γονατιστός. Ἔκαμνε δεήσεις καί δοξολογίες. Αὐτή εἶναι ἡ σωστή προσευχή. Δέν ζητοῦμε μόνο. Εὐχαριστοῦμε κιόλας καί δοξάζουμε τόν Θεό, πού μᾶς γεμίζει μέ τά δῶρα του καί τίς εὐλογίες του. Τό ὡραιότερο θέαμα εἶναι νά βλέπουμε κάποιον ἄνθρωπο νά γονατίζει καί νά προσεύχεται στό Θεό.
Ἔτσι κάποια μητέρα πλησίασε κάποτε ἕναν σοφό ἄνδρα καί τοῦ εἶπε, θέλω νά βγῶ φωτογραφία μέ τό παιδί μου καί δέν ξέρω ποιά εἶναι ἡ καλύτερη στάση, πού πρέπει νά πάρω. Ἐκεῖνος τῆς ἀπάντησε: Ἀφῆστε, κυρία μου, νά σᾶς φωτογραφήσουν, ὅταν γονατίζετε γιά νά προσευχηθεῖτε μέ τό παιδί σας. Δέν ὑπάρχει καλύτερη στάση ἀπό αὐτήν.
Οἱ ἀντίπαλοι σάν εἶδαν καί ἄκουσαν τόν Δανιήλ νά προσεύχεται καί νά ζητάει ἀπό τόν Θεό, ἔτρεξαν καί τό κατήγγειλαν ἀμέσως στόν Βασιλιά. Ἐκεῖνος τότε κατάλαβε τήν σκευωρία, τήν παγίδα, πού ἔστησαν καί σ᾿ αὐτόν καί στόν Προφήτη. Λυπήθηκε πάρα πολύ, προσπάθησε νά δικαιολογήσει τόν Δανιήλ, γιατί τόν ἀγαποῦσε ὑπερβολικά. Ἦταν ὁ καλύτερος, δέν εἶχε κανένα παράπονο ἀπό αὐτόν, ἀλλά στάθηκε ἀδύνατο. Δέν γινόταν ὁ ἴδιος ὁ βασιλιάς νά παραβεῖ τόν νόμο, πού ὁ ἴδιος ὑπέγραψε. Ἀναγκάσθηκε νά πεῖ μέ βαριά καρδιά, νά τόν πάρουν καί νά τόν πετάξουν στόν λάκκο τῶν λεόντων, ὅπως καί πράγματι ἔγινε. Τοῦ εἶπε μάλιστα, ὁ Θεός πού λατρεύεις, ἐκεῖνος νά σέ γλυτώσει.
Ὁ Δαρεῖος ἀπό τήν μεγάλη του στενοχώρια οὔτε ἔφαγε, οὔτε ἔκλεισε μάτι ὁλόκληρη νύχτα. Πρωΐ-πρωΐ ἔτρεξε στά λιοντάρια νά δεῖ τί ἔγινε. Τά ἄγρια θηρία κυλιόντουσαν καί τριβόντουσαν στά πόδια του σάν ἀρνάκια. -Δανιήλ μήπως μπόρεσε ὁ Θεός σου νά σέ σώσει ἀπό τά στόματα τῶν λεόντων; Φώναξε. Καί ἀπάντησε ὁ Δανιήλ, ὁ Θεός μου ἔστειλε τόν ἄγγελό του καί ἔφραξε τά στόματα τῶν λεόντων. Δέν μέ ἔβλαψαν, γιατί ἤμουν πάντοτε εὐθύς, σωστός, δίκαιος καί ἀπέναντί Του καί ἀπέναντί σου, βασιλιά. Δέν ἔκανα κανένα σφάλμα.
Αὐτό τό λέμε κι᾿ ἐμεῖς πολλές φορές. Εἶμαι ἐν τάξει ἀπέναντι στό Θεό. Εἶναι ὅμως ἔτσι; Ἀσφαλῶς ὄχι. Ψέματα λέμε. Ὑπερβολή εἶναι. Αὐτό ἰσχύει γιά τούς Ἁγίους, ὄχι μέ μᾶς. Ὅταν ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει, στήν πρός Ἑβραίους ἐπιστολή του, γιά τούς Ἁγίους, ὅτι ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἐννοεῖ τόν προφήτη Δανιήλ. Ἀλλά καί ἀπό τούς βίους τῶν Ἁγίων, ἀπό τά Συναξάρια μαθαίνουμε, ὅτι πολλούς Μάρτυρες τούς ἔρριξαν στά θηρία, σέ λιοντάρια, ἀρκοῦδες, φίδια κ. ἄ. χωρίς καθόλου νά τούς βλάψουν.
Τά θηρία δέν πλάσθηκαν νά ὁρμοῦν, νά στρέφωνται ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου. Ἀπό τότε πού ὁ ἄνθρωπος στράφηκε ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, στρέφονται τά θηρία ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου. Εὐλαβοῦνται ὅμως καί αὐτά τόν Ἅγιο τοῦ Θεοῦ.
Ὕστερα ἀπό αὐτό διέταξε ὁ βασιλιάς καί ἔρριξαν στά λεοντάρια τούς συκοφάντες τοῦ προφήτη μαζί μέ τίς γυναῖκες καί τά παιδιά τους. Καί ξέρετε τί ἔγινε; Πρίν ἀκόμη πέσουν στόν λάκκο, ἐνῷ ἀκόμη ἦταν στόν ἀέρα, τά λιοντάρια ὅρμησαν καί τούς κατεσπάραξαν. Τούς ἔπιαναν στόν ἀέρα.
Στή συνέχεια ὁ βασιλιάς ἐξέδωκε ἄλλο νόμο, πού ἔλεγε, ὅλοι νά εὐλαβοῦνται, νά τρέμουν καί νά φοβοῦνται τόν Θεό τοῦ Δανιήλ, διότι Αὐτός εἶναι ὁ πραγματικός Θεός, ὁ ὁποῖος μένει στούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἡ βασιλεία του δέν καταστρέφεται καί ἡ κυριαρχεία του εἶναι ἀτέλειωτη, παντοτινή.
Καί ἐρωτῶ: Τά λιοντάρια δέν πεινοῦσαν; Πεινοῦσαν. Τό ἀπέδειξαν στούς ἄλους, πού τούς κατασπάραξαν στόν ἀέρα. Ὅμως μπροστά στόν Δανιήλ ἐνήστευσαν καί αὐτά. Ἡ νηστεία τοῦ προφήτη τούς ἔκλεισε τά στόματα. Ἡ νηστεία του ἔκανε καί τά λιοντάρια νά νηστεύσουν. Ἡ νηστεία μᾶς λυτρώνει ἀπό βέβαιο θάνατο. Καί ἀπό τά φυσικά θηρία καί ἀπό τά νοητό θηρίο, τόν διάβολο. Λέγει ὁ ἀπόστολος Πέτρος στήν Α΄καθολική του ἐπιστολή, ὁ διάβολος ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίει. Ἡ νηστεία ὅμως τοῦ σφραγίζει τό στόμα καί τόν καθιστᾶ ἀνίσχυρο. Ὁ προφήτης Δανιήλ μέ τήν προσευχή καί τήν νηστεία του νίκησε, θριάμβευσε. Ἀπέδειξε στήν πράξη αὐτό πού μᾶς εἶπε ὁ Κύριος: Τοῦτο τό γένος τῶν δαιμόνων ἐκδιώκεται μέ προσευχή καί νηστεία.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Δέν καταλάβαμε, δέν ἀναγνωρίσαμε ἀκόμη τά εὐεργετικά ἀποτελέσματα τῆς νηστείας. Τήν βλέπουμε νά πλησιάζει καί ἐμεῖς ὁπλιζόμαστε νά τήν πολεμήσουμε, λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, σάν νά μᾶς πλησίαζε κάποιο ἄγριο θηρίο, ἐνῷ θά ἔπρεπε νά τήν ὑποδεχθοῦμε ἀσμένως καί περιχαρῶς, μέ πολλή χαρά καί μεγάλη προθυμία. Ἐάν κάποιοι νομίζουν, ὅτι ἡ νηστεία δέν εἶναι τίποτε σπουδαῖο καί μποροῦν εὔκολα, ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ νά τήν παταπατοῦν, σάν ὑπενθυμίζω τό πάθημα, τήν καταδίκη τοῦ Ἀδάμ καί τήν Εὔας. Ἔχασαν τόν Παράδεισο, γιατί δέν ἐνήστευσαν. Ἔτσι θά τήν πάθουμε κι᾿ ἐμεῖς, ἄν δέν τήν προσέξουμε ὅσο πρέπει. Θά πάθουμε ὅ,τι ἔπαθε ἕνα ἐλάφι, ὅπως λέγει ἕνα ἀνέκδοτο, μία ἱστορία.
Ἦταν ἕνα ἐλάφι τυφλό ἀπό τό ἕνα μάτι. Κάποια μέρα ἔβοσκε κοντά στήν ἀκροθαλασσιά. Σκεφτόταν, ἀπό τό ἕνα μέρος εἶναι ἡ θάλασσα, ἀπό τό ἄλλο ἡ στεριά. Ἔτσι νά ἔχω τό γερό μάτι πρός τήν στεριά, γιατί ἀπό ἐκεῖ μπορεῖ νά ἔλθουν οἱ κυνηγοί. Ἀπό τήν μεριά τῆς θάλασσας νά ἔχω τό χαλασμένο μάτι, ἀπό ἐκεῖ δέν κινδυνεύω. Ὡστόσο ἀπό τήν θάλασσα πλησίασε ἕνα πλοιάριο μέ ψαράδες, χωρίς νά τούς πάρει εἴδηση τό ἐλάφι. Ἔρριξαν ἕνα ἀκόντιο καί τό σκότωσαν. Πεθαίνοντας τό ἐλάφι μονολογοῦσε κι᾿ ἔλεγε: Ἀλλοίμονο σέ μένα. Μοῦ ἦλθε ὁ θάνατος ἀπό ἐκεῖ πού δέν φοβόμουν καί δέν τό ὑπολόγιζα.
Τί θέλει νά μᾶς πεῖ αὐτός ὁ μῦθος; Δέν ἐκτιμοῦμε τήν νηστεία, δέν τήν θεωροῦμε κάτι σοβαρό, νομίζουμε ὅτι μποροῦμε νά ἀδιαφορήσουμε, νά τήν παραβοῦμε καί μᾶς ἔρχεται τό κακό, ἡ τιμωρία ἀπό ἐκεῖ πού δέν τό περιμέναμε. Ἡ ἀλήθεια εἶναι πώς ἡ τήρηση τῆς νηστείας ἔχει ἀγαθότατα καί εὐεργετικότατα ἀποτελέσματα, ἐνῷ ἡ παράβασή της ἔχει φοβερές καί τρομερές συνέπειες.
Ἄν μελετήσουμε τήν Ἁγία Γραφή, θά διαπιστώσουμε, ὅτι ἡ νηστεία γεννάει προφῆτες, λέει ὁ Μ. Βασίλειος. Τούς δυνατούς τούς δυναμώνει ἀκόμη περισσότερο. Αὐτή κάνει σοφούς, προετοιμάζει στήν εὐσέβεια. Εἶναι δημιουργός τῆς σωφροσύνης. Διδάσκει τήν ἡσυχία, ἁγιάζει, τελειοποιεῖ, καθαρίζει τήν ψυχή, μαλακώνει τήν καρδιά. Ἀποκρούει τούς πειραμούς. Ἀναπέμπει τήν προσευχή στόν οὐρανό. Εἶναι προκοπή τοῦ σπιτιοῦ, μητέρα τῆς ὑγείας, παιδαγωγός τῆς νεότητας, σωφρονίζει τόν νέο. Εἶναι στολίδι στόν γέροντα, τόν κάνει πιό σεβαστό. Ὁ ἄνδρας δέν ὑποψιάζεται κίνδυνο στό γάμο του, ὅταν βλέπει τήν γυναίκα του νά νηστεύει. Ἡ γυναίκα δέν λυώνει ἀπό ζήλια, ὅταν βλέπει τόν ἄνδρα της νά νηστεύει. Μᾶς χειραγωγεῖ ὅλους στήν κατά Θεό πολιτεία.
Ὁ Προφήτης Δανιήλ καί οἱ Ἅγιοι τρεῖς παῖδες μᾶς στέλνουν ἕνα σπουδαῖο μήνυμα. Νά τηροῦμε καί νά σεβώμαστε τούς θεσμούς τῆς Ἐκκλησίας μέ περισσή ἀκρίβεια. Καί ὁ Κύριος, πού μᾶς ὁδήγησε σ᾿ αὐτήν τήν περίοδο τοῦ χρόνου, νά μᾶς χαρίσει πλούσια τήν εὐλογία Του, γιά νά φτάσουμε στήν ἡμέρα τῶν στεφάνων. Δηλαδή καί στό στεφάνι τοῦ Πάσχα, ἀλλά καί στά στεφάνια τοῦ μέλλοντα αἰώνα. Ἀμήν.-