Ἀνεκλινεν αὐτόν ἐν τῇ φάτνῃ.
Ἄν ἀνοίξουμε, ἀγαπητοί μου, τό πρῶτο βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τήν Γένεση, θά δοῦμε ἐκεῖ πῶς ὁ Θεός μέ τίς συνεχεῖς δημιουργικές ἐπεμβάσεις του ἔκτισε, στόλισε καί διεμόρφωσε τήν γῆ. Ἀνάκτορο, βασιλικό, παλάτι τήν ἔκανε. Αὐτό τό ἀνάκτορο τό ζωγράφισε μέ πολλά καί διάφορα χρώματα. Τό πλαισίωσε μέ κήπους εὐωδιαστούς, πού εἶχαν λουλούδια πολύχρωμα, κρυστάλλινα νερά, μέ ὅλων τῶν εἰδῶν τά ζῶα καί τά πουλιά. Ἔκανε, αὐτό πού λέμε πιό ἁπλά, τόν παράδεισο.
Ὅταν εἶδε ὁ Θεός, ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι καλά λίαν, τότε ἔπλασε καί τόν βασιλέα, τόν ἄνθρωπο καί τόν ἔβαλε νά ζεῖ, νά ἀναπαύεται καί νά χαίρεται μέσα στά βασιλικά ἀνάκτορα. Ὅλα ἔγιναν γιά χάρη του. Ὅλα διετέθησαν στήν ὑπηρεσία του, γιά νά εἶναι ἡ ζωή του ὅσο τό δυνατό πιό εὐχάριστη. Μέσα σ᾿ αὐτά τά ἀνάκτορα δέν ὑπῆρχε πόνος, λύπη, ἱδρώτας, κούραση, δάκρυα. Ζοῦσαν οἱ πρωτόπλαστοι ζωή χαρισάμενοι.
Ὅμως ὑπῆρχε κάποιος, πού ζήλεψε, φθόνησε αὐτήν τήν εὐτυχία. Ὁ προαιώνιος ἐχθρός τοῦ βασιλιᾶ, ὁ ἀνθρωποκτόνος διάβολος, μέ ὕπουλο καί σατανικό τρόπο ἔβαλε δυναμίτη στά θεμέλια καί ἀνατίναξε τά βασιλικά ἀνάκτορα. Ἔντρομοι οἱ βασιλεῖς, ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα εἶδαν τό παλάτι τους νά γκρεμίζεται καί νά ἐρειπώνεται.
Μέ ἄλλα λόγια μέ ἀπάτη καί πονηρό τρόπο ὁ διάβολος παρέσυρε τούς πρωτοπλάστους στήν πτώση, τούς ὡδήγησε στήν ἁμαρτία, στήν καταπάτηση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Μέ τόν τρόπο αὐτό τούς ἔβγαλε ἀπό τόν παράδεισο καί ἔτσι ἔμειναν ἄστεγοι. Ἔγιναν πλέον δυστυχισμένοι. Γνώρισαν τήν ὁδύνη καί τήν δυστυχία καί ἀντί λουλούδια ὁ δρόμος τους ἦταν γεμᾶτος ἀγκάθια καί τριβόλια.
Ὁ Θεός, σάν στοργικός Πατέρας καί ἄριστος παιδαγωγός, μέσα στήν ἀπελπισία τους ἀνοίγει ἕνα παράθυρο στήν ἐλπίδα. Δέν θά εἶστε γιά πάντα σ᾿ αὐτήν τήν κατάσταση. Ἕνας ἀπόγονος αὐτῆς τῆς γυναίκας θά συντρίψει τήν κεφαλή τοῦ ὄφεως, θά καταργήσει τόν διάβολο, θά φέρει τήν λύτρωση σέ ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος.
Αὐτό, ἀγαπητοί μου, γιορτάζουμε καί πανηγυρίζουμε αὐτές τίς ἡμέρες. Λύτρωσιν ἀπέστειλε Κύριος τῷ λαῷ αὐτοῦ. Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ υἱός τῆς παρθένου γίνεται. Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ σαρκώθηκε, ἔγινε ἄνθρωπος καί ἦλθε εἰς τά ἴδια, στούς δικούς του ἀνθρώπους. Τά ἀνάκτορα πού ὁ ἴδιος ἔκτισε τά βρῆκε ἀνατιναγμένα καί κατεστραμμένα, τίποτε δέν ἦταν ὄρθιο.
Πράγματι, λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅτι, ὅταν ἦρθε ὁ Χριστός στόν κόσμο, οἱ ἄνθρωποι βρισκόντουσαν στό ἔσχατο σημεῖο καταπτώσεως καί ἐτυραννοῦντο φοβερά ἀπό τούς δαίμονες. Γι᾿ αὐτό ἔχουμε μέσα στά Εὐαγγέλια πολλά θαύματα θεραπείας δαιμονισμένων. Ὅλα λοιπόν κατεστραμμένα εἴτε ὑλικά, εἴτε πνευματικά, κυρίως τό δεύτερο. Γι᾿ αὐτό κανένα σπίτι δέν ὑπῆρχε νά ἀνοίξει τήν πόρτα του στόν Χριστό. Μόνο ὁ σταῦλος ὑπῆρχε. Ἕνα σπήλαιο μέ ζῶα. Καί ὁ Χριστός, χωρίς δισταγμό καί ἐπιφυλάξεις, μπῆκε σ᾿ αὐτόν τόν σταῦλο τῶν ζώων. Ἐκεῖ κατέλυσε καί ἀναπαύθηκε. Αὐτόν χρησιμοποίησε σάν σκάλα, γιά νά κατεβεῖ στήν γῆ. Αὐτό τό σπήλαιο ἔκανε γέφυρα, γιά νά ἔρθει κοντά στούς ἀνθρώπους.
Οἱ ἄνθρωποι, ὅπως διαβάζουμε στήν Ἁγία Γραφή, ὡμοιώθησαν τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καί σέ πολλές περιπτώσεις ἔγιναν χειρότεροι ἀπό αὐτά. Ὁ Χριστός προτίμησε νά γεννηθεῖ ἀνάμεσα σέ ζῶα παρά σέ ἀνθρώπους. Θεός ἐν φάτνῃ ἀνακλίνεται. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἡ τροφή τοῦ παντός κόσμου, ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς ἀνακλίνεται μέσα στήν φάτνη, ὥστε τά ζῶα, οἱ ἄνθρωποι, ὅταν θά ἔσκυβαν μέσα στό παχνί, γιά νά πάρουν τήν τροφή τους, ἐκεῖ μέσα θά εὕρισκαν, θά συναντοῦσαν τόν οὐράνιο ἄρτο, τόν Χριστό.
Ἔρχεται λοιπόν ὁ Χριστός στόν κόσμο καί βρίσκει τά πάντα κατεστραμμένα καί διαλυμένα. Καί τί κάνει; Ἀναλαμβάνει τό ἔργο τῆς ἀναστηλώσεως τῶν ἀνακτόρων. Προσπαθεῖ νά τά ἀνακαινίσει. Τριάντα τρία χρόνια ὁ Χριστός αὐτό ἔργο ἔκαμνε. Ἀνέστησε τήν πεσμένη ἀνθρώπινη φύση καί τήν ἔβαλε ἐκεῖ, ὅπου ἦν τό πρότερον. Διαβάζουμε σέ μιά εὐχή τῆς Θείας Λειτουργίας, ἔκανε τά πάντα μέχρι πού μᾶς ἀνέβασε στόν οὐρανό καί μᾶς χάρισε τήν βασιλεία του τήν ἐπουράνια. Μέ τήν ἀνάπλαση καί τήν ἀναδημιουργία ὁ Χριστός μᾶς ἔκανε καλύτερους ἀπό ὅ,τι εἴμασταν, μᾶς ἀνέβασε ψηλότερα καί μᾶς ἔκανε συγκληρονόμους του.
Λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, πλέον δέν ἀκοῦμε γῆ εἶ καί εἰς γῆν ἀπελεύσει, ἀλλά παρ᾿ ὅτι εἶσαι πλασμένος ἀπό γῆ προορίζεσαι γιά τόν οὐρανό. Ὅλα αὐτά τά ὀφείλουμε στόν ἐναθρωπήσαντα Υἱόν τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτά ἐξ αἰτίας τῆς φάτνης καί τοῦ σπηλαίου. Δέν εἶναι λοιπόν ψέμα καί ὑπερβολή, ἄν ποῦμε ὅτι ἡ φτωχική φάτνη μᾶς ἐδόξασε, τό ταπεινό σπήλαιο μᾶς ἀνέβασε στούς οὐρανούς.
Ἀγαπητοί ἀδελφοί,
Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Ὤν, ὁ ἦν καί ὁ ἐρχόμενος. Ἦρθε, ἀλλά καί πάντοτε ἔρχεται. Ἕνα τροπάριο αὐτῶν τῶν ἡμερῶν λέγει, σπήλαιον εὐτρεπίζου, ἡ παρθένος ἤκει τοῦ τεκεῖν. Ὁ Χριστός ἦρθε καί ἔρχεται. Γεννήθηκε καί πάντοτε γεννᾶται. Χτυπάει τήν πόρτα καί τῆς δικῆς μας καρδιᾶς. Ἐπιθυμεῖ νά μπεῖ καί στό δικό μας σπίτι. Θελει νά γεννηθεῖ καί στήν δική μας φάτνη. Θέλει νά μᾶς βγάλει ἀπό τά λιμνάζοντα νερά, νά μᾶς ξεκολλήσει ἀπό τόν βοῦρκο. Θέλει νά μᾶς βοηθήσει νά ἀναγεννηθοῦμε, νά κάνουμε μιά νέα ἀρχή.
Τά Χριστούγεννα ἔγιναν σ᾿ ἕνα κλειστό χῶρο, περιορισμένο καί ἀκάθαρτο, στόν σταῦλο τῆς Βηθλεέμ. Τά δικά μας Χριστούγεννα νά τά γιορτάσουμε μέσα στήν Ἐκκλησία, ὄχι σέ κέντρα διακεδάσεως. Μέσα στό σπίτι μας μέ τούς δικούς μας, μέ ὅλους τούς συγγενεῖς, ὄχι μέ ἐκδρομές στήν Εὐρώπη ἤ στήν Ἀσία, ἀνάμεσα σέ ἄπιστους, ἀλλόθρησκους καί αἱρετικούς. Νά γιορτάσουμε μέ καθαρές ψυχές, γιά νά καταδεχθεῖ τό Θεῖο Βρέφος νά ἀναπαυθεῖ καί στήν δική μας φάτνη, στή δική μας καρδιά καί νά μᾶς ὁδηγεῖ στήν αἰώνια ἀνάπαυση. Ἀμήν.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου