Δύο θαύματα μᾶς παρουσίασε καί περιέγραψε σήμερα ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς. Τό ἕνα εἶναι ἡ θεραπεία τῆς αἱμορροούσης γυναίκας καί τό ἄλλο ἡ ἀνάστασις τῆς κόρης τοῦ Ἰαείρου.
Κόσμος πολύς ἀκολουθοῦσε τόν Χριστό. Οἱ ὄχλοι ἔτρεχαν πίσω του καί μάλιστα τόν συνέθλιβαν. Τόν ἔσπρωχναν μιά ἀπ᾿ ἐδῶ καί μιά ἀπ᾿ ἐκεῖ. Ὁ Κύριος ἔδειχνε νά μή αἰσθάνεται τήν παρουσία ὅλου αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἔμενε ἀδιάφορος καί ἀσυγκίνητος. Γιατί; Γιατί δέν εἶχαν πραγματικές καί εἰλικρινεῖς σχέσεις μαζί του. Οἱ ψυχές τους δέν εἶχαν μεταμορφωθεῖ ἀκόμη. Παρέμεναν ψυχροί καί ἀφώτιστοι. Τόν ἀκολουθοῦσαν περισσότερο ἀπό περιέργεια παρά ἀπό πίστη.
Τό ἴδιο ἀσυγκίνητος ὁ Κύριος διέσχισε τά πλήθη, ὅταν ἔμπαινε στά Ἱεροσόλυμα τήν Κυριακή τῶν βαΐων. Δέν ἀδιαφόρησε ὅμως στούς ὕμνους τῶν μικρῶν παιδιῶν, πού φώναζαν ὠσσανά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου. Αὐτά ἦσαν ἀθῶα καί ἀπονήρευτα, ἔξω καί μακρυά ἀπό τίς κακίες τῶν μεγάλων, οἱ ὁποῖοι παρασυρόμενοι ἀπό τούς γραμματεῖς καί φαρισαίους μετά δύο ἡμέρες θά ἀπαιτοῦσαν ἀπό τόν Πιλᾶτο σταύρωσον, σταύρωσον αὐτόν.
Αὐτή ἡ συμπεριφορά τοῦ κόσμου καί ἡ στάση τοῦ Χριστοῦ πρέπει πολύ νά μᾶς προβληματίσει. Πολλοί χριστιανοί ἐξαντλοῦν τήν χριστιανική τους ἰδιότητα στήν τήρηση κάποιων ἐξωτερικῶν τύπων καί νομίζουν πώς εἶναι ἐν τάξει, ὅτι ἔκαναν τά πάντα καί δέν χρειάζεται νά κάνουν κάτι ἄλλο, δέν χρειάζεται νά προχωρήσουν περισσότερο. Στήν πραγματικότητα ὅμως εἶναι ἀνεπαρκῆ γιά τήν σωτηρία τους. Πολλοί θά κάνουν ἀκόμη καί θαύματα μέ τό ὄνομά του, ἀλλά παρ᾿ ὅλα αὐτά ὁ Κύριος θά τούς ἀποπέμψει, θά τούς διώξει ἀπό κοντά του, θά πεῖ ὅτι δέν τούς γνωρίζει.
Οἱ πέντε μωρές παρθένες ἦσαν, ὅπως τό λέει ἡ λέξις, ἁγνές καί καθαρές. Μά δέν εἶχαν ἔλαιον στά λυχνάρια τους, γι᾿ αὐτό καί ἔμειναν ἔξω ἀπό τόν οὐράνιο νυμφῶνα, ἔχασαν δηλαδή τόν παράδεισο. Ἡ παρθενία καί ἡ ἁγνότητα ἀπό μόνες τους δέν μᾶς σώζουν. Χρειάζονται καί ἄλλα πράγματα, πού τά περιμένει ὁ Θεός.
Δέν συνέβαινε ὅμως τό ἴδιο μέ τούς δύο αὐτούς ἀνθρώπους, πού ἔγινε τό θαῦμα. Ἡ αἱμορροοῦσα γυναίκα εἶχε πίστη καί μάλιστα μεγάλη. Ἡ κακή κατάσταση τῆς ὑγείας της καί ἡ ἀπογοήτευσή της ἀπό τούς γιατρούς ἄνοιξαν τόν δρόμο τῆς πίστεως. Αὐτή ἡ πίστη τῆς χάρισε γνώση. Εἶχε τήν βεβαιότητα, ὅτι ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ εἶναι καί στά ἄψυχα πράγματα, στά ἐνδύματα τοῦ Χριστοῦ. Ἀπό τήν πίστη καί τήν ταπείνωση πού εἶχε, δέν τόλμησε νά ζητήσει κατ᾿ εὐθείαν τήν θεραπεία της. Εἶχε μέσα της τήν βεβαιότητα, ὅτι καί μόνο νά ἀκουμποῦσε τά ἐνδύματά του, θά μποροῦσε νά σωθεῖ, θά γινόταν καλά, ὅπως καί ἔγινε. Ἀπό ὅλο τό πλῆθος αὐτή τράβηξε πάνω της τήν σωστική δύναμη τοῦ Κυρίου.
Ὁ ἀρχισυνάγωγος πάλι ἔχει πίστη καί τόλμη καί τά δείχνει μέ διαφορετικό τρόπο. Ἔρχεται συναντάει τόν Χριστό καί τόν παρακαλεῖ νά ἔρθει στό σπίτι του, γιά νά θεραπεύσει τήν κόρη του, πού εἶναι ἄρρωστη καί κινδυνεύει νά πεθάνει καί τελικά πέθανε.
Δέν ἦταν καθόλου μικρό πρᾶγμα αὐτό πού ἔκαναν καί οἱ δύο, νά δείξουν τήν πίστη τους στόν Ἰησοῦ Χριστό. Οἱ Γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι εἶχαν ἀπαγορεύσει στόν λαό νά τόν πλησιάζει καί νά ἀκούει τήν διδασκαλία του. Ἡ γυναίκα ἀδιαφορεῖ καί κάνει τό ἀντίθετο. Ὁ Ἰάειρος ὄχι μόνο τολμᾶ νά πλησιάσει, νά βρεθεῖ ἀνάμεσα στό πλῆθος, νά ἀκούσει τήν διδασκαλία του, ἀλλά καί νά ζητήσει νά ἔρθει στό σπίτι του. Πιστεύει πώς εἶναι ὁ μόνος πού μπορεῖ νά σώσει τήν κόρη του. Καί στίς δύο περιπτώσεις ἡ πίστις ὑπερνικᾶ καί παραμερίζει τόν ὁποιοδήποτε φόβο, ὑπερνικᾶ τά ὅποια ἐμπόδια.
Κάτι ἀνάλογο βλέπουμε στήν περίπτωση τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ. Οἱ γονεῖς του φοβοῦνται τούς φαρισαίους, μήπως τούς κάνουν ἀποσυνάγωγους καί κλείνουν τό στόμα, δέν ὁμιλοῦν. Ὁ τυφλός ὅμως μιλάει μέ θᾶρρος, ὁμολογεῖ πίστη στόν Ἰησοῦ Χριστό καί μάλιστα προκαλεῖ τούς φαρισαίους. Τούς ἐρωτᾶ, μήπως θέλετε νά γίνετε κι᾿ ἐσεῖς μαθηταί του;
Αὐτό εἶναι τό σημερινό μας δίδαγμα. Αὐτήν τήν τακτική πρέπει νά ἀκολουθοῦμε κι᾿ ἐμεῖς. Τίποτε δέν πρέπει νά μᾶς φοβίζει, τίποτε δέν πρέπει νά μᾶς σταματᾶ ἀπό τό νά ὁμολογοῦμε πίστη καί ἀφοσίωση στόν Ἰησοῦ Χριστό.
Λέει κάπου ὁ Μέγας Βασίλειος, τίποτε νά μή σταθεῖ ἐμπόδιο στήν ἐκκλησία καί στήν προσευχή, γιατί τίποτε δέν εἶναι μεγαλύτερο καί ἀνώτερο ἀπό τήν ἐκκλησία καί τήν προσευχή. Ἔτσι τίποτε νά μή σταθεῖ ἐμπόδιο στήν ἀπόφασή μας νά πλησιάσουμε τόν Χριστό, ἀφοῦ τίποτε δέν ὑπάρχει ἀνώτερο ἀπό τόν Ἰησοῦ Χριστό.
Μᾶς τό λέει πολύ ὡραῖα ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή του: Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; Μήπως τά παθήματα, οἱ στενοχώριες, ἡ πείνα, ἡ γύμνια, οἱ κίνδυνοι ἤ ὁ μαρτυρικός θάνατος; Τίποτε ἀπό αὐτά, οὔτε θάνατος οὔτε ζωή, οὔτε οἱ ἄγγελοι οὔτε ἄλλες ἐπουράνιες δυνάμεις, οὔτε παρόντα καί μέλλοντα, οὔτε κάτι στόν οὐρανό ἤ στόν ἄδη, κανένα ἄλλο δημιούργημα δέν θά μπορέσουν ποτέ νά μᾶς χωρίσουν ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.
Ὅπως καί ἄν ἔρθουν τά πράγματα στή ζωή μας, εὐχάριστα ἤ δυσάρεστα, ἀντί ὁποιουδήποτε τιμήματος, ἐμεῖς θά μείνουμε πιστοί καί προσηλωμένοι στόν Χριστό, τόν ὁποῖον δοξάζουμε καί προσκυνοῦμε, ὑμνοῦμε καί εὐλογοῦμε εἰς πάντας τούς αἰῶνας. Ἀμήν.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου