Κυριακή 10 Ιουλίου 2011

Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου.

  
Χθές στόν ἑσπερινό εἴπαμε κάποια πράγματα γιά τό κήρυγμα τοῦ ἀποστόλου Πέτρου. Σήμερα θά μιλήσουμε γιά τόν ἀπόστολο Παῦλο.
Ἡ πρώτη γνωριμία τῶν Ἑλλήνων μέ τόν Χριστό ἔγινε στά Ἱεροσόλυμα. Τότε εἶπε ὁ Χριστός τά πολύ σπουδαῖα λόγια, ἦρθε ἡ ὥρα νά δοξασθεῖ ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου. Τό ἐλληνικό γένος ἐδόξασε τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του καί διέδωσε τήν νέα πίστη σέ ὁλόκληρο τόν κόσμο.
 Ἐδῶ στόν ἑλλαδικό χῶρο ταχυδρόμος, ἀγγελιοφόρος τοῦ Θεοῦ ὑπῆρξε ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἦρθε στήν Ἑλλάδα, ὄχι μόνος του, ἀλλά κατόπιν θείας ἀποκαλύψεως. Εἶδε σέ ὄνειρο ἕναν μακεδόνα, πού τοῦ εἶπε, διαβάς εἰς Μακεδονίαν βοήθησον ἡμῖν. Ἔλα-πέρασε στήν Μακεδονία νά μᾶς βοηθήσεις. Αὐτό τό ἑρμήνευσε ὡς ἐντολή τοῦ Θεοῦ, ὅτι ἦταν θέλημα Θεοῦ νά ἔρθει στήν Ἑλλάδα. Ἔτσι ἀπό τήν Τρωάδα πέρασε στήν Σαμοθράκη, στούς Φιλίππους, Θεσσαλονίκη, Βέροια, Ἀθήνα καί κατέληξε στήν Κόρινθο.
 Ἄς δοῦμε τόν κορυφαῖο Ἀπόστολο μέσα στήν Ἀθήνα. Γύρισε ὅλη τήν πόλη καί ἔβλεπε παντοῦ, σέ κάθε γωνιά καί ἕνα ἄγαλμα κάποιου θεοῦ. Δέν ἄφηνε στιγμή πού νά μή μιλάει γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό, ἀρχῆς γενομένης ἀπό τήν συναγωγή τῶν Ἰουδαίων. Χρησιμοποιώντας χωρία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἑρμήνευε τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.
Ἔπρεπε ὁ ἕνας πιστός νά γίνουν δύο. Τό ἀντίθετο μέ αὐτό πού ἔγινε μέσα στόν παράδεισο μέ τήν πτώση στήν ἁμαρτία. Ἁμάρτησε ἡ μία, ἡ Εὔα καί παρέσυρε καί τόν ἄλλον στήν ἁμαρτία. Ἡ σωτηρία τώρα τόν ἴδιο δρόμο καί τόν ἴδιο τρόπο πρέπει νά χρησιμοποιήσει. Ὁ ἕνας νά γίνουν δύο, οἱ δύο τρεῖς κ.ο.κ.
Πρίν γεννηθεῖ κάποιος δέν γνωρίζουμε τίποτε γιά τό πρόσωπό του. Γιά τόν Χριστό ἀντιθέτως γνωρίζαμε πάρα πολλά, ἀφοῦ ὁ Μωϋσῆς καί οἱ Προφῆται εἶπαν καί ἔγραψαν τόσα πολλά. Αὐτό μόνο μέ τόν Χριστό συμβαίνει. Αὐτά χρησιμοποίησε ὁ Παῦλος, γιά νά ἀναφερθεῖ στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.
Ἀκούοντας αὐτά οἱ Ἀθηναῖοι ζήτησαν νά ἐξηγήσει καί σ᾿ αὐτούς ἐκεῖνα πού ἔλεγε στούς Ἰουδαίους. Πές μας τί εἶναι αὐτά, γιά ποιόν Θεό μᾶς μιλᾶς καί ποιά ἀνάσταση Χριστοῦ; (Ἐδῶ πρέπει νά τονίσουμε ὅτι ὅλοι οἱ ἀρχηγοί θρησκειῶν εἶναι μέσα στόν τάφο. Ἦλθον καί ἀπῆλθον. Πέθαναν καί χάθηκαν. Ἕνας τάφος εἶναι κενός, τοῦ Χριστοῦ. Καί Αὐτόν βέβαια τόν ἔβαλαν μέσα στόν τάφο, ἀλλά ἀναστήθηκε, βγῆκε ἀπό τόν τάφο, ἠγέρθη ἀπό τῶν νεκρῶν καί τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος.
Κάποιοι, ὅταν μᾶς ἀκοῦνε νά μιλᾶμε, διαμαρτύρονται. Μιλῆστε  μας, ὄχι γιά δογματικά θέματα, ἀλλά γιά τήν ἀγάπη, γιά  τήν ἐλεημοσύνη. Ὅμως, ἀγαπητοί μου, ποιός μπορεῖ νά μιλήσει γιά ἀγάπη, ἄν δέν ἔχει σχέση μέ τόν Χριστό, πού εἶναι ἡ ἀληθινή ἀγάπη; Ποιός μπορεῖ νά μιλήσει γιά τήν ἐλεημοσύνη, ἄν δέν ἀφήνει τόν Χριστό νά κατευθύνει τό χέρι στό νά προσφέρει; Ὅλα λοιπόν ἀπό τόν Χριστόν ξεκινᾶνε.
Καλοπροαίρετοι οἱ Ἀθηναῖοι, παρ᾿ ὅτι εἰδωλολάτραι, ἄκουγαν τό κήρυγμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Μέ τόσους πολλούς θεούς πού εἶχαν, δέν ἔμεναν εὐχαριστημένοι καί ἱκανοποιημένοι. Κάτι ἄλλο θά πρέπει νά ὑπάρχει ἀνώτερο καί καλύτερο. Αὐτό ἐκμεταλλεύθηκε ὁ Παῦλος, γιά νά μιλήσει γιά τόν ἄγνωστο Θεό, πρός τιμήν τοῦ ὁποίου ἔστησαν καί βωμό. Τούς μίλησε γιά ἕναν Θεό, ὄχι γιά πολλούς, πού εἶναι δημιουργός τῆς κτίσεως, πού ἔδωσε ζωή καί πνοή σέ ὅλα. Ἔκανε ἀπό ἕναν ἄνθρωπο ὅλο τό γένος τῶν ἀνθρώπων. Ὄχι ἀπό δύο, τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα, ἀλλά ἀπό ἕναν, ἀφοῦ καί ἡ Εὔα ἀπό τόν Ἀδάμ δημιουργήθηκε. Ὅλοι κατάγονται ἀπό ἕναν ἄνθρωπο.
Ἄν τώρα κάποιος ἤθελε νά βρεῖ τόν Θεό, νά τόν συναντήσει, θά μποροῦσε νά τόν ψηλαφήσει, γιατί δέν εἶναι μακρυά ἀπό μᾶς. Δέν εἶναι στίς ψηλές κορυφές τοῦ Ὁλύμπου, κάπου μακρυά, ὅπως πίστευαν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, ἀλλά εἶναι πολύ κοντά μας. Δέν βρίσκεται μόνο μέσα στό ναό τῶν Ἱεροσολύμων, ὅπως πίστευαν οἱ Ἑβραῖοι, ἀλλά ὑπάρχει σέ κάθε γωνιά τῆς γῆς, σέ κάθε σημεῖο τῆς ὑφηλίου. Εἶναι πανταχοῦ παρών. Γι᾿ αὐτό κι᾿ ἐμεῖς δέν θά εἴμαστε συμμαζεμένοι μόνο μέσα στήν Ἐκκλησία, ἄν εἴμαστε βέβαια, καί ἔξω σάν ἄγρια θηρία θά κατασπαράσσει ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Καί ἔξω ὑπάρχει ὁ Θεός, πού βλέπει καί ἐλέγχει τά πάντα. Ἔτσι ἡ ζωή μας θά εἶναι προσεκτική καί μέσα στό Ναό καί ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία.
Αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ εἴμαστε γένος. Ἀπό Αὐτόν καταγόμαστε. Εἴμαστε οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ, συγγενεῖς τοῦ Θεοῦ. Μέσα στίς φλέβες μας τρέχει αἷμα Χριστοῦ. Ἄν αὐτό τό πιστεύουμε, τότε πρέπει νά πετάξουμε τά εἴδωλα πού καί σήμερα προσκυνοῦμε καί νά λατρεύουμε τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν.
Ἀπ᾿ ἐδῶ καί πέρα ἀλλάξτε τρόπο ζωῆς. Ὁ Θεός παραγγέλλει σέ ὅλους νά μετανοήσουμε. Νά βροῦμε τήν ὁδό τῆς μετανοίας, πού βγάζει στόν παράδεισο. Κάποτε θά μπορούσαμε νά ποῦμε, ὅτι δέν γνωρίζαμε καί τότε θά εἴχαμε κάποια ἐλαφρυντικά. Τώρα ὅμως δέ ἔχουμε δικαιολογίες. Ἀκούσαμε καί μάθαμε. Τά προηγούμενα χρόνια τῆς ἀγνοίας τά συγχώρησε ὁ Θεός. Ἀπ᾿ ἐδῶ καί πέρα προσοχή. Τά πράγματα γίνονται ἐπικίνδυνα. Ὁ Θεός ὥρισε ἡμέρα πού θά κρίνει, θά δικάσει τόν κόσμο ὅλο. Ὁ θάνατος εἶναι μία κρίσις. Τό σῶμα κατατίθεται στόν τάφο, μά ἡ ψυχή κρίνεται καί μετά θάνατον δέν ὑπάρχει μετάνοια. Κατά τήν δευτέρα τοῦ Κυρίου παρουσία θά ἔχουμε τήν δεύτερη καί τελική κρίση. Θά ἀναστηθεῖ καί τό σῶμα, γιά νά δοξασθεῖ ἤ νά τιμωρηθεῖ, νά πληρώσει, γιατί συνήργησε μέ τήν ψυχή στό ἀγαθό ἤ στήν ἁμαρτία.
Τά πράγματα τώρα ἀλλάζουν. Κατά τό κοινῶς λεγόμενο εἶναι σκοῦρα γιά μᾶς, γιατί πλέον μάθαμε, γνωρίζουμε. Ἡ κρίσις θά γίνει μέ δικαιοσύνη μέ κάποιον πού ὥρισε ὁ Θεός. Ποιός εἶναι αὐτός; Αὐτός πού ἐνανθρώπησε, πού σταυρώθηκε, πού ἀναστήθηκε, αὐτός πού θά ξαναέλθει. Μόνο Αὐτός ἔχει δικαίωμα νά κρίνει, κανείς ἄλλος.
Ὅταν ἄκουσαν γιά ἀνάσταση νεκρῶν, ἄρχισαν νά γελοῦν, νά εἰρωνεύωνται τόν Παῦλο. Καλά, τοῦ εἶπαν, τά ξαναλέμε. Τόν πέρασαν γιά τρελλό, ἐπειδή μιλοῦσε γιά ἀνάσταση νεκρῶν. Ἐννοοῦσαν, ἄδειασέ μας τώρα τήν γωνιά καί μή μᾶς ζαλίζεις μέ τίς ἀνοησίες σου.
Ἀγαπητοί μου,
Ἐμεῖς δέν εἴμαστε οὔτε ἄπιστοι, οὔτε εἰδωλολάτραι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι λεγόμαστε. Πιστεύουμε στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν; Ἄν ναί, νά τό δείξουμε, ὄχι μέ λόγια, ἀλλά μέ τήν ζωή μας. Μέ τήν μετάνοιά μας, μέ τήν ἀναστημένη ζωή, μέ τόν ἀγώνα κατά τῆς ἁμαρτίας, μέ τήν προετοιμασία μας γιά τήν ὑποδοχή τοῦ Χριστοῦ, γιά νά ἀποφύγουμε τήν μέλλουσα κρίση καί καταδίκη καί νά ἐπιτύχουμε τήν σωτηρία μας. Ἀμήν.-